Ο υπερδιπλασιασμός της αξίας των χρηματιστηρίων σε σχέση με το 2008, τεκμηριώνει πως είναι υπερδιογκωμένα και άρα υποψήφια μίας πολύ μεγάλης πτώσης – η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει μία παγκόσμια κατάρρευση τεραστίων διαστάσεων, πιθανότατα πολύ μεγαλύτερη από την προηγούμενη του 2008.
Επενδύσεις & Αγορές
Τη Δευτέρα 5 Φεβρουαρίου, τη δεύτερη ημέρα των χρηματιστηριακών αναταράξεων, ανέλαβε τα ηνία της κεντρικής τράπεζας των Η.Π.Α. ο κ. J. Powell (εικόνα) ο οποίος, με κριτήριο την ιστορία, ίσως επαληθεύσει την κατάρα που ακολουθεί πολλούς διοικητές της Fed – δηλώνοντας βέβαια πως όλα βαίνουν καλά στη χώρα: ότι η ανεργία είναι χαμηλή, η οικονομία αναπτύσσεται σωστά και ο πληθωρισμός είναι χαμηλός, ενώ θα υποστηρίξει μέσα από τη νομισματική πολιτική την περαιτέρω ανάπτυξη της υπερδύναμης.
Ο Dow Jones το 1970, επί του τότε διοικητή της Fed Arther Burns |
Ειδικότερα, η πτώση του Dow Jones ήταν της τάξης του 20%, παρά το ότι τα χρέη τότε της υπερδύναμης, όπως και οι άλλοι οικονομικοί της δείκτες, ήταν σε πολύ καλύτερη κατάσταση από σήμερα. Αντίθετα, όταν ανέλαβε τη Fed ο επόμενος, ο κ. W. Miller, είχαμε μία μεγάλη πτώση της ισοτιμίας του δολαρίου.
Πτώση του δολαρίου έναντι του Γερμανικού μάρκου το 1978, επί του νέου διοικητή της Fed William Miller |
Αναλυτικότερα, το 1979 ανέλαβε τη διοίκηση ο P. Volcker, «περιορίζοντας» τη νομισματική πολιτική – για να αντιμετωπίσει το διψήφιο πληθωρισμό, ο οποίος απειλούσε τη χώρα. Το μέγεθος και ο ρυθμός των αυξήσεων των επιτοκίων, με τη βοήθεια των οποίων ο διοικητής επιδίωξε να φέρει εις πέρας την αποστολή του, ήταν εντυπωσιακά – επιβαρύνοντας σημαντικά την αγορά ομολόγων, με τις αξίες των δεκαετών να μειώνονται κατά -12%, επιβεβαιώνοντας με τη σειρά τους την κατάρα της Fed.
O Dow Jones σε ελεύθερη πτώση 35 %, επί αναλήψεως διοίκησης της Fed του Allan Greenspan |
Πτώση του δολαρίου κατά 17% το 2006, με διοικητή της Fed τον Ben Bernanke |
Η πτώση της ισοτιμίας του δολαρίου κατά -17% απέναντι σε όλα τα σημαντικά νομίσματα, ήταν αυτή που χαρακτήρισε την ανάληψη της διοίκησης από τον κ. Bernanke (2006), ο οποίος παρέμεινε στη θέση του μέχρι το Φεβρουάριο. Αμέσως μετά, τον Οκτώβριο του 2007, κατέρρευσαν ξαφνικά οι δείκτες των χρηματιστηρίων, οι τιμές των οποίων έπεσαν κατά -50% έως το 2009. Επρόκειτο για την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση, την οποία βιώνουμε ακόμη, παρά την επαναφορά των δεικτών σε υψηλά επίπεδα.
Ως βασικές αιτίες των αναταραχών, οι οποίες συνόδευαν τους νέους διοικητές της Fed τα τελευταία χρόνια, θεωρούνται οι εξής:
(α) το ότι οι αγορές αργούν να εμπιστευθούν τον εκάστοτε καινούργιο, περιμένοντας, αποσυρόμενες από τις συναλλαγές, να δουν την πολιτική που θα ακολουθήσει και(β) η συνεχής επιδείνωση των μακροοικονομικών συνθηκών των Η.Π.Α. τις τελευταίες δεκαετίες, μετά την έξοδο από τον κανόνα του χρυσού (υπερχρέωση κλπ.).
Περαιτέρω έχουμε την άποψη ότι, ο νέος διοικητής θα βρεθεί αντιμέτωπος με μία «τριπλή δοκιμασία», άνευ προηγουμένου: με τις τιμές των μετοχών, με την ισοτιμία του δολαρίου και με τα ομόλογα. Επομένως, με την καταιγίδα των καταιγίδων, η οποία δεν θα αφορά μόνο τις Η.Π.Α., αλλά ολόκληρη την υφήλιο – ενώ μπορεί μεν η πτώση των τιμών των μετοχών έως σήμερα να μην είναι πολύ μεγάλη, αλλά ίσως οφείλεται στην «Ομάδα Προστασίας» που κατηγορείται πως έχει συστήσει η κεντρική τράπεζα, χειραγωγώντας ουσιαστικά τις τιμές.
Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονται τρεις σημαντικοί κατήγοροι γενικότερα της πολιτικής των Η.Π.Α., οι P.C. Roberts, D. Kranzler και M. Hudson, σε ένα άρθρο που έγραψαν από κοινού (πηγή) – θεωρώντας πως η παρέμβαση με στόχο τη στήριξη των χρηματιστηρίων έγινε από τη Fed μέσω της αγοράς παραγώγων. Εάν πράγματι ισχύει κάτι τέτοιο, τότε αμφιβάλουμε πολύ για τις δυνατότητες της τράπεζας να στηρίζει τις τιμές για μεγάλο χρονικό διάστημα – πόσο μάλλον όταν βρίσκεται αντιμέτωπη με ένα ακόμη μεγάλο πρόβλημα, με τη γνωστή μεγάλη τράπεζα Wells Fargo, στην οποία φαίνεται πως έχουν γίνει παρατυπίες από τη διοίκηση της και τοποθετήθηκε υπό επιτήρηση (πηγή). Η τράπεζα πάντως έχει αντιμετωπίσει κάτι σχετικά ανάλογο στο παρελθόν, έχοντας κατηγορηθεί το Δεκέμβριο του 2016 – επειδή δεν υπέβαλε ένα επαρκές σχέδιο αντιμετώπισης μίας χρηματοπιστωτικής κρίσης.
Ολοκληρώνοντας, είναι φανερό πως από τη Wall Street εξαρτάται σε πολύ μεγάλο βαθμό η παγκόσμια οικονομία – αφού η συνολική αξία των αμερικανικών χρηματιστηρίων είναι της τάξης του 40% σε σχέση με όλα τα υπόλοιπα (πηγή). Ο υπερδιπλασιασμός δε της αξίας τους σε σχέση με το 2008 τεκμηριώνει πως είναι υπερδιογκωμένα και άρα υποψήφια μίας μεγάλης πτώσης – η οποία θα μπορούσε να προκαλέσει ένα παγκόσμιο κραχ τεραστίων διαστάσεων, πιθανότατα πολύ μεγαλύτερο από το προηγούμενο του 2008.
Πηγή : https://analyst.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου