MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Γενοκτονία των Ποντίων: Ημέρα μνήμης για τα 105 χρόνια – Τα μαρτυρικά γεγονότα

Η μόνη που δεν την αναγνωρίζει είναι η Τουρκία, ένα κράτος βουτηγμένο στο χριστιανικό αίμα
 
Συμπληρώθηκαν 105 χρόνια (19/5/1919) από την Γενοκτονία του Πόντου. Μία τέτοια επέτειος δεν μπορεί να περιοριστεί σε μια οστεωμένη, μουσειακού χαρακτήρα τυπική εκδήλωση μνήμης. Τα ανατριχιαστικά, μαρτυρικά γεγονότα που εξιστορούνται αποτυπώνουν τις συγκλονιστικές στιγμές δοκιμασίας του ελληνισμού!
 
Στα χρόνια που μεσολάβησαν από την σφαγή και προσφυγοποίηση εκατοντάδων χιλιάδων Ποντίων, καταβλήθηκαν μεγάλες προσπάθειες, ώστε τα γεγονότα της εποχής να απογυμνωθούν από την ουσία, να συγκαλυφθούν τα πραγματικά αίτια και οι διδαχές της ιστορίας να μην γίνουν κτήμα των Ποντίων και εν γένει του ελληνικού λαού.
 
Ποιοι ήταν οι βασικοί παράγοντες που συντέλεσαν στη Γενοκτονία των Ποντίων
 
Η άνοδος του τουρκικού αστικού εθνικισμού: Καθώς η ανερχόμενη τουρκική αστική τάξη διεκδικούσε το έθνος – κράτος της στο πλαίσιο μιας πολυεθνικής αυτοκρατορίας (της οθωμανικής), το χτύπημα των βασικών ανταγωνιστών της (κύρια της ελληνικής και αρμενικής αστικής τάξης) αποτελούσε απαραίτητη προϋπόθεση για την εδραίωση της κυριαρχίας της στον συγκεκριμένο γεωγραφικό – οικονομικό χώρο. Καθώς οι εθνικές μειονότητες αξιοποιούνταν από τις αντίστοιχες άρχουσες τάξεις τους ως ασπίδα και μοχλός πίεσης για την προώθηση των δικών τους συμφερόντων, τις εξέθεταν άμεσα στα πυρά του εκάστοτε αντιπάλου: «Αν η εξόντωση του αρμενικού στοιχείου, μέχρι και του τελευταίου, είναι αναγκαία για την εθνική μας πολιτική», τονιζόταν χαρακτηριστικά σε σύσκεψη παραγόντων του κόμματος των Νεότουρκων το 1915, «πολύ περισσότερο είναι αναγκαία για την εδραίωση της εθνικής μας οικονομίας».
 
Πόντιοι πρόσφυγες στην Κέρκυρα το 1923
 
Να σημειωθεί πως οι σφαγές, οι εθνοκαθάρσεις, οι προσφυγοποιήσεις, οι αναγκαστικές αφομοιωτικές πολιτικές κ.ο.κ. ήταν κοινός παρονομαστής στα Βαλκάνια (και όχι μόνο), όπου οι λαοί πλήρωσαν με το αίμα τους τις μεγαλοϊδεατικές επιδιώξεις των εθνικών τους αστικών τάξεων. Οι επιδιώξεις της αστικής τάξης της Ελλάδας: Με τις βλέψεις του ελληνικού κεφαλαίου στραμμένες στην ιδιαίτερα πλούσια περιοχή της Μικράς Ασίας, ο Πόντος ερχόταν σε «δεύτερη μοίρα». Ετσι, υποτιμήθηκε η οργάνωση ή βοήθεια οποιασδήποτε μορφής προς τον Πόντο, του οποίου η «χρησιμότητα» συνοψιζόταν σε Εκθεση του Α. Α. Πάλλη, ως ένας περίπου «αντιπερισπασμός», «προκειμένου να ανακουφιστεί η πίεση του Τουρκικού μπλοκ στην κεντρική Μικρά Ασία ενάντια στην ελληνική ζώνη της Σμύρνης». Η προέλαση του ελληνικού στρατού στα ενδότερα της Τουρκίας (κάνοντας τον «χωροφύλακα» των αγγλογαλλικών συμφερόντων στην περιοχή) σίγουρα υπονόμευσε — αν δεν σφράγισε — την τύχη των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου, αλλά και γενικότερα.
 
Οι επιδιώξεις και επιλογές της ελληνικής άρχουσας τάξης του Πόντου: Οι ιδιαίτερες (και καμιά φορά αντικρουόμενες) επιδιώξεις στους κόλπους της ποντιακής πολιτικής – οικονομικής – θρησκευτικής ηγεσίας είχαν ως αποτέλεσμα μια σειρά από κινήσεις, οι οποίες εν τέλει άφησαν έκθετο και ανυπεράσπιστο τον ποντιακό λαό. Σε αυτό, μεταξύ άλλων, συνέδραμε και η πεποίθηση πως η λύση στο ζήτημα του Πόντου θα ερχόταν από «τα έξω» και από «τα πάνω», ως αποτέλεσμα δηλαδή της παρέμβασης των λεγόμενων «Μεγάλων Δυνάμεων» και όχι από τις ίδιες τις δυνάμεις του ποντιακού λαού (σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλους λαούς της περιοχής).
 
Επιπλέον, οι σφοδρότατοι ανταγωνισμοί μεταξύ της ελληνικής και αρμενικής αστικής τάξης όχι μόνο υπονόμευσαν μια ενδεχόμενη κοινή τους δράση, αλλά συχνά κατέληγαν ακόμα και σε συγκρούσεις μεταξύ ποντιακών και αρμενικών ένοπλων σωμάτων. Την κρίσιμη ώρα, όπως αναφέρει ο διοικητής της Ελληνικής Μεραρχίας του Καυκάσου Ι. Καλτσίδης, «οι Ελληνες αρχηγοί της πρωτεύουσας του Πόντου αναγκάστηκαν να φύγουν και ο λαός έμεινε με τα όπλα στα χέρια, εκτεθειμένος στην τουρκική προέλαση, δίχως οδηγίες, δίχως αρχηγούς και πρόγραμμα ενεργειών…».
 
Οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί στην περιοχή: Είναι γνωστό από την μακρά και αιματοβαμμένη ιστορία του 20ού αιώνα (έως και τις μέρες μας) πως, όπου συγκρούονται τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, οι λαοί το πληρώνουν ακριβά. Ακολούθως, και η Γενοκτονία των Ποντίων σχετίζεται άμεσα με τις ενδοϊμπεριαλιστικές συγκρούσεις, που έλαβαν χώρα για τη νομή της κλυδωνιζόμενης οθωμανικής αυτοκρατορίας, στο πλαίσιο και του γενικότερου πολέμου για την αναδιανομή των παγκόσμιων αγορών και πλουτοπαραγωγικών πηγών (Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος). Σε μια σύγκρουση, λοιπόν, όπου οι αντίπαλες αστικές τάξεις (ελληνική και τουρκική) στρατεύτηκαν πίσω από αντίπαλα ιμπεριαλιστικά στρατόπεδα (της Αντάντ και των Κεντρικών Δυνάμεων αντίστοιχα), οι λαοί της περιοχής δεν αποτελούσαν τίποτε περισσότερο παρά κρέας για τα κανόνια των αντιπάλων, διαπραγματευτικά χαρτιά και πιόνια σε μια γεωστρατηγική σκακιέρα. Οι υποσχέσεις περί «αυτοδιάθεσης των λαών» από τη μεριά των ιμπεριαλιστών σύντομα αποδείχθηκαν κούφια λόγια (όπως στην περίπτωση των αραβικών λαών, της πολύπαθης Παλαιστίνης – και βεβαίως του Πόντου).
 
Ακόμα και όταν κορυφώθηκε το δράμα του ποντιακού λαού, οι κανονιοφόροι και οι πρεσβείες των ισχυρών καπιταλιστικών κρατών της Ευρώπης και των ΗΠΑ δεν έκαναν απολύτως τίποτε για να εμποδίσουν τις σφαγές ή για να σώσουν τους ανθρώπους που κινδύνευαν. «Ολα αυτά διαδραματίζονταν μπροστά στα μάτια των πρεσβευτών των ξένων δυνάμεων», αναφέρει ένας Πόντιος αντάρτης στην αυτοβιογραφία του, «και αυτοί αδιαφορούσαν!». Αντιθέτως, όπως έγραψε ο μητροπολίτης Τραπεζούντας Χρύσανθος, «οι άθεοι κομμουνιστές (σ.σ. οι Σοβιετικοί) εφάνησαν περισσότερον χριστιανοί από τους “χριστιανούς” Αγγλογάλλους», στέλνοντας πλοία και μεταφέροντας τους δοκιμαζόμενους πληθυσμούς στην ασφάλεια.
 
Η στοίχιση των λαών πίσω από τις «ομόφυλες»/«ομόθρησκες», αλλά με διαμετρικά αντίθετα ταξικά συμφέροντα, «ηγεσίες» τους: Η στοίχιση των φτωχών λαϊκών στρωμάτων με τις επιδιώξεις των εκμεταλλευτών τους τους μετέτρεψε σε βόλια για τα όπλα τους. Γιατί τι είχαν να χωρίσουν οι Πόντιοι, Αρμένιοι ή Τούρκοι εργάτες και χωρικοί μεταξύ τους; Τι είχαν να χωρίσουν εκείνοι που, μέχρι να γίνουν «εχθροί», ζούσαν ειρηνικά αναμεταξύ τους, στενάζοντας εξίσου από την εκμετάλλευση του συχνά ομοεθνούς τους εργοδότη, τοκογλύφου κ.ο.κ.; Τότε όμως, ακόμη, η εργατιά ήταν μικρή αριθμητικά, ενώ μόλις διέγραφε τα πρώτα της συνειδητά πολιτικά βήματα.
 
Για την Ιστορία, όταν οι Πόντιοι (και Μικρασιάτες) πρόσφυγες ήρθαν στην Ελλάδα, βρέθηκαν αντιμέτωποι με την απαξίωση του ελληνικού αστικού κράτους και του πολιτικού του προσωπικού (φιλελεύθερου, κεντρώου και δεξιού), που τους στοίβαξαν όπως – όπως σε συνοικισμούς – γκέτο, τους παρέδωσαν στην άγρια εκμετάλλευση των καπιταλιστών (που «άδραξαν» την ευκαιρία, ρίχνοντας τα μεροκάματα και περιορίζοντας δικαιώματα και κατακτήσεις της εργατικής τάξης συνολικά) κ.λπ. Ταυτόχρονα, οι πατριδοκάπηλοι φασίστες της εποχής (πολιτικοί πρόγονοι των σημερινών χρυσαυγιτών) τους αποκαλούσαν χυδαία «τουρκόσπορους», κραύγαζαν για τον «εξαγνισμό» των πόλεων από την παρουσία τους και οργάνωναν δολοφονικά πογκρόμ στους συνοικισμούς τους. Το Κομμουνιστικό Κόμμα σφυρηλάτησε βαθύτατους και ισχυρότατους δεσμούς με το προσφυγικό στοιχείο.
 
«Η Ελλάδα δεν διαιρείται σε ντόπιους και πρόσφυγες», γραφόταν στις 7/9/1929. «Η Ελλάδα διαιρείται σε πλούσιους και φτωχούς, σε ανθρώπους που δε δουλεύουν και ζουν και σε ανθρώπους που ολημερίς και ολονυχτίς δουλεύουν και δεν μπορούν να ζήσουν (…) ο καθένας πρέπει να διαλέξει μεταξύ του πλουσίου πρόσφυγα που συνδυάζεται με τον πλούσιο ντόπιο και του φτωχού πρόσφυγα που σύντροφό του θα έχει τον φτωχό ντόπιο εργάτη ή αγρότη».
 
Σήμερα, 105 χρόνια μετά τη Γενοκτονία των Ποντίων, ο ιμπεριαλισμός συνεχίζει να γεννά πολέμους, σφαγές, προσφυγιά κ.λπ. Οι «λυκοσυμμαχίες» τύπου ΕΕ και ΝΑΤΟ συνεχίζουν να αναχαράσσουν τα σύνορα της ευρύτερης περιοχής, εγκυμονώντας νέους κινδύνους για τους λαούς. Ποια καλύτερη τιμή, επομένως, για τη μνήμη, την Ιστορία του ποντιακού λαού, από την πάλη για να μη ζήσει ποτέ ξανά κανείς λαός αυτά που υπέστη ο ίδιος; Από τον αγώνα ενάντια στους φορείς και τα γενεσιουργά αίτια της εκμετάλλευσης, των πολέμων και της προσφυγιάς; Κόντρα και έξω από ψεύτικα αστικά διλήμματα οποιασδήποτε απόχρωσης;
 
Βαλκάνια
 
Οι Βαλκανικοί Πόλεμοι (1912-’13), μπορεί να απέβησαν νικηφόροι για την Ελλάδα και να συνέβαλαν σε μεγάλο βαθμό στην εδαφική της αποκατάσταση (απελευθέρωση τουρκοκρατούμενων περιοχών) μετά από μια σειρά πολεμικών επιχειρήσεων, όμως έδωσαν αφορμή στους Νεότουρκους για αλλαγή πολιτικής στον Πόντο. Όλα ξεκίνησαν όταν βρήκαν την ευκαιρία αυτοί για ανασύνθεση του πληθυσμού εκεί μετά τη φυγή Ελλήνων Ποντίων που είχαν ”εξαφανιστεί”, για να μην επιστρατευτούν κατά της Ελλάδας (σ.σ: Ο μεγαλύτερος αριθμός των φυγόδικων λιποτακτών κατέφυγε στη Ρωσία και μικρός αριθμός αυτομόλησε στον ελληνικό στρατό). Έτσι οι ελληνικοί πληθυσμοί του Πόντου βρέθηκαν να ”συγκατοικούν” με μεταφερόμενους από τα Βαλκάνια μουσουλμάνους (Τουρκαλβανούς, στην πλειοψηφία τους) οι οποίοι προέβαιναν σε αρπαγές κτημάτων και ωμότητες κατά των Ελλήνων Ποντίων χωρίς να τιμωρούνται.
 
Και όχι μόνο αυτό, αλλά είχαν τοποθετηθεί σε κρατικές υπηρεσίες από τις οποίες ασκούσαν ανενόχλητοι μεθόδους καταπίεσης και εκφοβισμού σε βάρος τους. Όσο περνούσε ο καιρός, μάλιστα (τέλη 1913-άνοιξη 1914), το καθεστώς των Νεοτούρκων επέτεινε τις διώξεις κατά των Ελλήνων Ποντίων με πρόσχημα την ασφάλεια του τουρκικού κράτους. Έτσι άρχισε ο εκτοπισμός από τις εστίες τους προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας. Σαν αντίδραση σε αυτόν, στις διώξεις, τους αποκλεισμούς, τις βιαιοπραγίες και τις δολοφονίες κατά των Ποντίων, το Οικουμενικό Πατριαρχείο έκλεισε τις εκκλησίες και τα σχολεία (Μάιος 1914) βλέποντας ότι η αντιπαράθεση των μεταφερόμενων μουσουλμάνων με τους χριστιανούς Πόντιους εντατικοποιήθηκε.
 
Μέθοδος ”λευκού θανάτου”
 
Κατά την επώδυνη αυτή περίοδο πριν και μετά την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, οι μόνοι που προστάτευαν με ένοπλες παρεμβάσεις τους Έλληνες του Πόντου απέναντι στις διώξεις του οθωμανικού στρατού και της Χωροφυλακής ήταν οι αντάρτικες ομάδες Ποντίων σε τουρκικό έδαφος. Οι Νεότουρκοι, μη μπορώντας να τους εμποδίσουν, προέβησαν σε εκτοπισμούς συγγενών τους. Πολιτική που την διαδέχτηκαν οι επιτάξεις σπιτιών, οι βαριές φορολογίες στον υπόλοιπο πληθυσμό και οι εξισλαμισμοί Ελληνοπαίδων ποντιακής καταγωγής. Ώσπου κάποια στιγμή περιορίστηκαν όλα μετά το πλήγμα των Τούρκων από τον ρωσικό (τσαρικό) στρατό στο μέτωπο του Καυκάσου. Η προέλαση του τελευταίου στον ανατολικό Πόντο ήταν γεγονός και η κατάληψη της Τραπεζούντας ξεσήκωσε κύματα ενθουσιασμού στους Έλληνες Πόντιους τον Απρίλιο του ’16. Όμως το γεγονός αυτό έδωσε αφορμή στους Νεότουρκους για οργανωμένες και μαζικές εκτοπίσεις των ελληνικών πληθυσμών και του δυτικού Πόντου, τους οποίους προστάτευε ως τότε η ομάδα του Αντών πασά.
 
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι, για να μην προκαλέσουν την Ελλάδα και τους ισχυρούς συμμάχους της (ΑΝΤΆΝΤ) κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οι Τούρκοι εφάρμοζαν κατά των Ποντίων την μέθοδο του ”λευκού θανάτου”, κάτι που είχαν κάνει και με τους Αρμένιους. Απέφευγαν δηλαδή την άμεση εξόντωση των θυμάτων δια των εκτελέσεων και τους υπέβαλαν στη δοκιμασία των μακρών πορειών υπό αντίξοες συνθήκες μέχρι να πεθάνουν, αφού είχαν προηγηθεί λεηλασίες ελληνικών περιουσιών. Με τη μέθοδο αυτή είχαν επεκταθεί οι εκτοπισμοί των Ελλήνων Ποντίων στην Κολωνία, τη Χαλδία και τον υπόλοιπο Πόντο, πλην των χωριών της Αμισού και της Πάφρας που προστατεύονταν από ομάδες ανταρτών οι οποίοι είχαν καταφύγει στα βουνά. Ομάδες που αποδυναμώθηκαν μετά τη δολοφονία του καπετάν Αντών πασά τον Αύγουστο του 1917.
 
Την περίοδο δοκιμασίας των Ποντίων εκείνης της περιόδου ξεχώρισε μια προσωπικότητα που αποδείχθηκε η σπουδαιότερη στη νεότερη ιστορία του Πόντου. Ήταν ο Χρύσανθος (Φιλιππίδης) – Μητροπολίτης Τραπεζούντας το 1913-1938 & Αθηνών και πάσης Ελλάδος το 1938-1941, ο οποίος διακήρυττε ότι ο Πόντος θα έλυνε το εθνικό του πρόβλημα με κάποια μορφή αυτοδιάθεσης, αν υπήρχε σε μόνιμη βάση ρωσική παρουσία εκεί. Ο σπουδαίος Έλληνας ιεράρχης είχε πάρει υπό την προστασία του τότε – πέραν των Ελλήνων χριστιανών – και τους 200.000 Έλληνες μουσουλμάνους, τους οποίους συμβούλευε να μην αποκαλύψουν ότι ήταν κρυπτοχριστιανοί όσο κρατούσε ο Α’ Παγκόσμιος πόλεμος, γιατί ήλπιζε σε αλλαγή συσχετισμών στη Μικρά Ασία… ”Σχεδιασμοί επί χάρτου”, φυσικά, που ανατράπηκαν πανηγυρικά με την Οκτωβριανή Επανάσταση των Μπολσεβίκων το ’17. Των Μπολσεβίκων, οι οποίοι διεμήνυσαν εξ αρχής ότι ήταν υπέρ των εθνικών διεκδικήσεων των ”μεγάλων” εθνών της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, αλλά δεν θα διεκδικούσαν την προσάρτηση νεοαποκτηθέντων περιοχών απ’ τον ρωσικό στρατό όπως ο Πόντος…
 
Φρούδες οι ελπίδες
 
Όσο ο ρωσικός στρατός, εντωμεταξύ, στον ανατολικό Πόντο βρισκόταν υπό διάλυση και έτοιμος προς αποχώρηση μετά την αλλαγή καθεστώτος στη Ρωσία, ο οθωμανικός είχε ξεκινήσει την προέλασή του έναν μήνα πριν το τέλος του ’17. Τον Φεβρουάριο του ’18 η Τραπεζούντα έπεσε στα χέρια 200 ρακένδυτων Νεότουρκων οριστικοποιώντας τη ρωσική αποχώρηση και προκαλώντας τη φυγή προς Ρωσία 85.000 Ελλήνων Ποντίων. Οι περιουσίες τους κατασχέθηκαν ασκαρδαμυκτί, φυσικά, ενώ εκδηλωνόταν νέο κύμα φυγής Ποντίων (από το Καρς αυτή τη φορά) με κατεύθυνση το Βατούμ.
 
Μετά την συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόβσκ τον Μάρτιο του ’18 (βλ. παραχώρηση Πόντου, Καρς, Βατούμ, Αρνταχάν από τη Ρωσία στην Οθωμανική αυτοκρατορία κλπ), οι περισσότεροι Έλληνες Πόντιοι κατέφυγαν στην Ελλάδα. Όσοι έμειναν πίσω ήλπιζαν – μετά την ανακωχή, κυρίως, του Μούδρου τον Οκτώβριο του ’18 – να σταματήσουν οι διώξεις των ελληνικών πληθυσμών του Πόντου (που είχαν υποστεί μεγάλες απώλειες σε ανθρώπινο δυναμικό και ήταν οικονομικά κατεστραμμένοι) με τη λήξη του ”Μεγάλου Πολέμου”. Οι ελπίδες τους εκπορεύονταν από την ήττα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και τη διακήρυξη των ΗΠΑ περί αυτοδιάθεσης των λαών. Ωστόσο αποδείχθηκαν φρούδες και από τον Μάρτιο του 1919 άρχισαν πάλι οι επιθέσεις του οθωμανικού στρατού κατά των Ελλήνων Ποντίων.
 
Η συνάντηση του Μητροπολίτη Τραπεζούντας Χρύσανθου (ως εκπροσώπου των Ελλήνων του Πόντου) με τον Έλληνα πρωθυπουργό Βενιζέλο (συνάντηση που αποσκοπούσε στην αποδοχή εκ μέρους μας του αιτήματός τους για αυτοδιάθεση, μετά την εκδήλωση του κινήματος του Μουσταφά Κεμάλ) απέβη άκαρπη ουσιαστικά. Το μόνο που συμφωνήθηκε ήταν η δημιουργία Στρατιωτικού Σώματος Ποντίων και η οργάνωση ελληνικής αποστολής στον Καύκασο και την Νότια Ρωσία για περίθαλψη των Ελλήνων προσφύγων του Πόντου από την Μ. Ασία. Το ίδιο άκαρπη απέβη και η συνάντηση του Πόντιου ιεράρχη με αξιωματούχους των Μεγάλων Δυνάμεων (σ.σ: οι αμερικανικές αποστολές στην Μ. Ασία ενδιαφέρονταν πρωτίστως για το αρμενικό ζήτημα και ελάχιστα για τους ευρισκόμενους σε μόνιμο διωγμό Έλληνες του Πόντου).
 
Σκοπός, ο αφανισμός του Ποντιακού Ελληνισμού
 
Έτσι, με δεδομένα αυτά και το γεγονός ότι πήγαιναν στο βρόντο οι εκκλήσεις των Βρετανών και των Γάλλων αρμοστών στον Πόντο για προστασία των χριστιανικών πληθυσμών από μουσουλμανικές συμμορίες, ο Χρύσανθος προσέγγισε το ’20 τους Αρμένιους και συμφώνησαν από κοινού στη δημιουργία ομόσπονδου ποντο-αρμενικού κράτους. Όμως, έμεινε στα χαρτιά το κράτος αυτό, γιατί η ελληνική πλευρά αδυνατούσε να πιέσει για την υλοποίησή του. Ήταν η περίοδος που το Στρατιωτικό Σώμα Ποντίων (για τη συγκρότηση του οποίου είχαν συμφωνήσει Χρύσανθος-Βενιζέλος) – όντας ισχνό αριθμητικά (370 άνδρες) – εντάχθηκε στο εκστρατευτικό σώμα της Μικράς Ασίας στη Σμύρνη (βλ. ελληνική στρατιωτική απόβαση στις 16 Μαῒου 1919 με απόφαση των Συμμάχων, νικητών του Α’ ΠΠ”).
 
Μια τελευταία, ανέλπιστη αναλαμπή για τους Έλληνες Πόντιους έδωσαν οι συζητήσεις Βενιζέλου-Βρετανών για προσβολή του κεμαλικού στρατού από τη δυτική Μικράς Ασία και τον Πόντο (οι οποίες τελικά διακόπηκαν), όπως και η Συνθήκη των Σεβρών (Ιούλιος/Αύγουστος 2020) που προέβλεπε τη δημιουργία αρμενικού κράτους συμπεριλαμβανομένου σ’ αυτό του ανατολικού Πόντου, ενώ ”έτρεχαν” οι συζητήσεις μεταξύ Ελλήνων-Συμμάχων για στρατιωτική επέμβαση των πρώτων ή των δεύτερων στον αιμορραγούντα απ’ τις συνεχιζόμενες σφαγές Ελλήνων Πόντο.
 
Τελικά όμως η ήττα του Βενιζέλου τον Νοέμβριο του ’20 ματαίωσε κάθε σχέδιο και εξανέμισε κάθε ελπίδα για τον Ελληνισμό του Πόντου τον οποίο στοχοποίησαν οι κεμαλικοί με σκοπό τον αφανισμό του. Έτσι η εξόντωση και ο εκτοπισμός τους κλιμακώνονταν προοδευτικά, αφού αποδείχθηκε αναποτελεσματικός ακόμα και ο βομβαρδισμός λιμανιών του Πόντου από ελληνικά πολεμικά πλοία που στάλθηκαν για να συνδράμουν την Μικρασιατική Εκστρατεία. Όσα στάλθηκαν, γιατί ένα από αυτά – έμφορτο με πολεμικό υλικό που προοριζόταν για τη Σαμψούντα – δεν έφτασε ποτέ στον προορισμό του. Μόνο περίμενε φορτωμένο από τον Αύγουστο του 1919 στον Πειραιά αποκαλύπτοντας την τραγική οικονομική κατάσταση του ελληνικού κράτους κατά την πολεμική επιχείρηση του ελληνικού στρατού στην Μικρά Ασία…
 

 
Το αίμα των νεκρών μας είναι ακόμα ζεστό
 
Ο χρόνος, λένε, γιατρεύει τις πληγές. Περνάει και σου επιτρέπει να ξεχνάς και να προχωράς. Αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Ευτυχώς η ζωή έχει φροντίσει στον κανόνα να υπάρχουν φωτεινές εξαιρέσεις. Ο ποντιακός ελληνισμός ανήκει σε αυτές. Δεν έχει περάσει μέρα από τότε που άρχισε η δεύτερη και σκληρότερη φάση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου, στις 19 Μαΐου 1919, και οι Πόντιοι να έχουν ξεχάσει τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους οι οποίοι άφησαν την τελευταία τους πνοή στα ιερά χώματα της ιστορικής πατρίδας.
 
Όσο κι αν οι θύτες προσπάθησαν να μην αφήσουν ίχνη, ανθρώπινα και μη, η αλήθεια δεν στάθηκε δυνατό να θαφτεί. Αργά αλλά σταθερά το φως της θάμπωσε κάθε κατασκευασμένο ψέμα και σήμερα 105 χρόνια μετά, η μόνη που δεν την αναγνωρίζει είναι η Τουρκία, ένα κράτος βουτηγμένο στο χριστιανικό αίμα! Αμφιβολίες δεν υπάρχουν. Φωτισμένοι επιστήμονες σε όλον τον κόσμον έχουν από δεκαετίες τις απαντήσεις. Ξέρουν τι έγινε στις αρχές του 20ού αιώνα στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, ποιος το σχεδίασε με χειρουργική ακρίβεια, ποιοι βοήθησαν, τι κέρδισαν και πόσο βαθιά φτάνει η αλήθεια.
 
Η ανθρωπογεωγραφία του Πόντου άλλαξε μέσα σε ελάχιστα χρόνια και ο ελληνικός πολιτισμός δέχθηκε ανηλεή επίθεση με μοναδικό στόχο να εξαφανιστεί. Όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν πήραν το δρόμο της προσφυγιάς ακολουθώντας τις λευκές πορείες, από τα παράλια προς την ενδοχώρα της Ανατολίας, είτε υποχρεώθηκαν να εργαστούν στα τάγματα καταναγκαστικής εργασίας όπου χάθηκαν γενιές και γενιές Ποντίων ή έμειναν στον Πόντο κρύβοντας ότι είναι Έλληνες και χριστιανοί. Μέχρι τον Μάρτιο του 1924, 353.000 Έλληνες του Πόντου έχασαν τη ζωή τους και άλλοι τόσοι εκτοπίστηκαν. Το μαχαίρι διακρίσεις δεν έκανε. Όσο το χριστιανικό αίμα κυλούσε άφθονο στον Πόντο οι αρχιτέκτονες της καταστροφής του ποντιακού ελληνισμού, κέρδιζαν φήμη, αξιώματα, χρήματα και περιουσίες. Ελληνικές περιουσίες που είχαν αποκτηθεί με πολύ κόπο αλλά με συνοπτικές διαδικασίες άλλαξαν χέρια και βρέθηκαν να ανήκουν στους πρόθυμους να εξυπηρετήσουν το οθωμανικό κράτος.
 

Όσοι επέζησαν και κατάφεραν να φτάσουν ζωντανοί στην Ελλάδα, μετά την Ανταλλαγή, ήταν σε άθλια κατάσταση. Είχαν να παλέψουν με τις οδυνηρές αναμνήσεις και τη σκληρή πραγματικότητα: Μια πατρίδα που τους γύρισε την πλάτη, που άργησε να τους αντιμετωπίσει ως Έλληνες που εκδιώχθηκαν από τα πατρογονικά τους εδάφη και έπρεπε να βοηθηθούν για να επιβιώσουν. Αγνοήθηκαν, λοιδορήθηκαν, μπήκαν στο περιθώριο. Οι νοικοκύρηδες αντιμετωπίστηκαν ως επαίτες και με καχυποψία. «Τι ήρθατε να κάνετε εδώ;», «Να γυρίσετε πίσω τουρκόσποροι!», «Θα μας γεμίσετε ασθένειες!», ήταν μόνο μερικά από τα σχόλια που επί χρόνια άκουγαν.
 
Την ίδια ώρα έπρεπε να σταθούν στα πόδια τους γιατί είχαν χρέος να επικοινωνήσουν την αλήθεια σε όλη την οικουμένη. Αν και άφησαν πίσω ένα ή περισσότερα κομμάτια του εαυτού τους, οι Πόντιοι δεν μπορούσαν να λυγίσουν. Μόνο να τηρήσουν την υποχρέωσή τους προς την παγκόσμια ιστορία: να επιβιώσουν, να κάνουν προκοπή και να διεκδικήσουν τη δικαίωση για όλους όσοι έχουν καταγραφεί ως θύματα της Γενοκτονίας. Η ποντιακή λαλιά, η Ορθοδοξία, η αγάπη για εκείνους που ξαφνικά και βίαια αποχωρίστηκαν, οι χοροί και η μουσική τούς κράτησαν όρθιους.
 
Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου δεν αφορά μόνο εκείνους που κυλά στις φλέβες ποντιακό αίμα αλλά όλους τους Έλληνες
 
Το χρέος. Αυτό ήταν, αυτό είναι και αυτό θα είναι το «μυστικό» που θα κάνει κάθε νέα γενιά Ποντίων πιο ικανή να διεκδικεί, παρά τις αντιξοότητες. Όμως το Ποντιακό Ζήτημα παραμένει μια υπόθεση που λίγο συζητείται και πολύ λιγότερο προχωράει προς την επίλυσή του. Το τελευταίο διάστημα, με αφορμή την επαναπροσέγγιση Ελλάδας-Τουρκίας, υπάρχει η αίσθηση πως κάποιος το έσπρωξε κάτω από το χαλί μαζί με το Κυπριακό. Πενήντα χρόνια μετά την εισβολή του Αττίλα στην Κύπρο, η κατάσταση ίσως είναι πιο μετέωρη παρά ποτέ. Από ευχολόγια και υποσχέσεις δεν ξέρουμε τι να πρωτοδιαλέξουμε. Από ουσιαστικές προτάσεις και ακόμα περισσότερο από σταθερά βήματα προόδου δεν βλέπουμε κάτι στον ορίζοντα. Και οι λίγες επίμονες φωνές οι οποίες αρθρώνουν πολιτικό λόγο καλώντας την κυβέρνηση να υλοποιήσει τις υποσχέσεις που έχει δώσει, ήδη από το 2019, είναι αμφίβολο εάν ακούγονται έως το ελληνικό Κοινοβούλιο.
 
Ευθύνες υπάρχουν και στον οργανωμένο ποντιακό χώρο που παρά τις προσπάθειες δεν έχει βρει τρόπο να σπάσει τη γυάλινη οροφή για να μπει… καθαρός αέρας. Η διεθνής αναγνώριση της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου δεν αφορά μόνο εκείνους που στις φλέβες τους κυλάει ποντιακό αίμα αλλά όλους τους Έλληνες. Δεν είναι ένα ζήτημα που αφορά μια συγκεκριμένη εθνοτική ομάδα αλλά αποτελεί εθνική υπόθεση. Χρέος των Ελλήνων είναι να ησυχάσουν οι ψυχές εκείνων που δεν πρόλαβαν να ζήσουν. Χρέος δικό μου, χρέος δικό σου.
 
Δικό μας είναι το χρέος.
 
 
Το τελευταίο άρθρο με πηγή από: pontonews.gr 
 
 
Δείτε παλαιότερα βίντεο-ντοκουμέντα
 
 
 

 
*Tα υπόλοιπα ιστορικά στοιχεία προέρχονται από πηγές μέσα από αρχειακά δημοσιεύματα.
 
 
 
 
 
 
 
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου