MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Τρίτη 18 Απριλίου 2023

Οικονομική σύγκριση του 2022 με το 2019

Ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβει κανείς μόνος του εάν πρόκειται για μία επιτυχημένη ή για μία εντελώς αποτυχημένη κυβέρνηση, από την πλευρά της οικονομίας, είναι η παράθεση συγκριτικών αριθμών – οι οποίοι δεν κάνουν ποτέ λάθος. Μόνο έτσι μπορούν οι Πολίτες να έχουν μία καθαρή εικόνα της κυβερνητικής θητείας – αρκεί φυσικά να διαβάσουν με προσοχή τους αριθμούς, χωρίς καθόλου προκαταλήψεις και κομματικές παρωπίδες.
.
Ανάλυση

Αναφερόμενοι σε ορισμένους βασικούς δείκτες της χώρας μας, το ΑΕΠ (σε σταθερές τιμές του 2015) ήταν 183,8 δις € το 2019 – ενώ διαμορφώθηκε στα 193,1 δις € το 2022 (υπάρχουν και άλλες αναγνώσεις, όπως σε όρους όγκου). Η μεταβολή αυτή ισοδυναμεί με μία αύξηση του κατά 4,5% στα τρία χρόνια μαζί – οπότε κατά 1,5% ετήσια, όταν το 2019 ήταν στο 1,9%, παρά την τότε επιβράδυνση του στα δύο τελευταία τρίμηνα.
 
Εδώ θα μπορούσε κανείς να επικαλεσθεί την πανδημία, την ενεργειακή κρίση ή ότι άλλο για την πτώση του ρυθμού ανάπτυξης στο 1,5% ετήσια – κάτι που όμως δεν θα ήταν σωστό, αφού η οικονομία μας στηρίχθηκε με 50 δις € δανεικά, έχοντας παρ’ όλα αυτά επιτύχει τα παραπάνω πενιχρά αποτελέσματα (εκτός του ότι οι κρίσεις αποτελούν ευκαιρίες – ανάλυση).
 
Με απλά λόγια, σπαταλήθηκαν 50 δις € με δανεικά, για να επιτευχθεί ένα επί πλέον ΑΕΠ 9,3 δις € – οπότε το κάθε ένα € απέφερε λιγότερο από 0,20 €. Ποιος αλήθεια θα δαπανούσε στην επιχείρηση του 100 € με δανεικά, για να αυξήσει το τζίρο του λιγότερο από 20 €, με επί πλέον ζημίες;

Μέσος ετήσιος μισθός πλήρους
απασχόλησης ανά εργαζόμενο το 2021
Η συνολική απασχόληση τώρα, σύμφωνα με το γραφείο προϋπολογισμού της Βουλής, από 3,9 εκ. εργαζομένους το 2019 αυξήθηκε στα 4,1 εκ. το 2022 – οπότε κατά 6%. Στην ίδια χρονική περίοδο, το ποσοστό ανεργίας μειώθηκε από 17,3% στο 12,4% – οπότε βελτιώθηκε, αν και παραμένουμε πρωταθλητές Ευρώπης μαζί με την Ισπανία στην ανεργία των νέων και γενικότερα στην ανεργία, μετά την Ισπανία. Εκτός αυτού, ο μέσος μισθός στην Ελλάδα ήταν το 2021 στις 15.800 € ετήσια, όταν ο μέσος στην ΕΕ ήταν 33.500 € (γράφημα, πηγή) – οπότε στην ουσία εργάζονται δύο Έλληνες, με το μισθό ενός μέσου Ευρωπαίου.

Κατά συνέπεια, η συγκριτική ανεργία στη χώρα μας είναι πλασματική – ενώ, εκτός αυτού, πρόκειται για τα επίσημα στατιστικά της ΕΛΣΤΑΤ. Ειδικότερα, εάν ληφθούν υπ’ όψιν τα στοιχεία της ΔΥΠΑ (πρώην ΟΑΕΕ), ο αριθμός των ανέργων διπλασιάζεται σε πάνω από 1 εκ. Έλληνες – πλησιάζοντας το 24%. Την ίδια στιγμή, το κατά κεφαλήν εισόδημα των Ελλήνων, σε όρους αγοραστικής αξίας είναι τρίτο από το τέλος στην ΕΕ (γράφημα) – γεγονός που αλλάζει όλη την εικόνα.

Ενεργειακή φτώχεια
Τρίτη από την αρχή είναι η Ελλάδα όσον αφορά την ενεργειακή φτώχεια, ξεπερνώντας μόνο τη Βουλγαρία και τη Λιθουανία (γράφημα) – ενώ ανακηρύχθηκε πρωταθλήτρια από το ΔΝΤ στις αυξήσεις των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος το πρώτο εξάμηνο του 2022, με 120% στα εμπορικά ακίνητα και 80% στις κατοικίες.
 
Περαιτέρω, ο γενικός δείκτης τιμών καταναλωτή από 102,2 το Δεκέμβριο του 2019, εκτοξεύθηκε στα 112,5 το Δεκέμβριο του 2022 – οπότε αυξήθηκε κατά 10,1%. Με κριτήριο αυτήν την άνοδο των τιμών, οι Πολίτες έχασαν αντίστοιχα εισοδήματα και καταθέσεις σε όρους αγοραστικής αξίας – ενώ πλήρωσαν παραπάνω φόρους, αφού οι φορολογικοί συντελεστές δεν μειώθηκαν ανάλογα με την άνοδο των τιμών όπως, για παράδειγμα, ο ΦΠΑ που σε άλλα κράτη μηδενίσθηκε για ορισμένα βασικά αγαθά. Στην ίδια χρονική περίοδο, οι αποδόσεις των δεκαετών ομολόγων, αυξήθηκαν από 1,4% στο 4,1% – ενώ επίσης μεγάλη αύξηση είχαν τα επιτόκια των εντόκων γραμματίων του δημοσίου.
 
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, από έλλειμμα 1,5% του ΑΕΠ το 2019, πλησίασε το 11% το 2022 – ενώ το εμπορικό μας έλλειμμα, από 21,7 δις € το 2019 ή 11,8% του πραγματικού ΑΕΠ, εκτοξεύθηκε στα 38,3 δις το 2022 ή στο 19,8% του ΑΕΠ. 
 
Όσον αφορά το πρωτογενές αποτέλεσμα του προϋπολογισμού, από 3,5% του ΑΕΠ πλεόνασμα το 2019, αναμένεται να κλείσει με έλλειμμα κάτω του 1% με τη βοήθεια των αυξημένων εσόδων λόγω του πληθωρισμού – με έλλειμμα όμως ενδιάμεσα 7% το 2020 και 5% το 2021. Το πλεόνασμα βέβαια του 2019 επιτεύχθηκε με φόρους – επίσης όμως το χαμηλότερο έλλειμμα του 2022, επειδή ο πληθωρισμός είναι φόρος και μάλιστα από τους χειρότερους (αφού είναι οριζόντιος, επιβαρύνοντας εξίσου πλούσιους και φτωχούς).
 
Στην ίδια χρονική περίοδο, το δημόσιο χρέος μας (κεντρικό κράτος) αυξήθηκε από 356 δις € το 2019 ή στο 194,5% του ΑΕΠ, στα 400 δις € το 2022 ή στο 207% του πραγματικού ΑΕΠ (στο 192% του ονομαστικού ΑΕΠ των 208 δις € με τον πληθωρισμό) – ή κατά 44 δις €. Το ιδιωτικό χρέος δε, αυξήθηκε κατά 40 δις € – στα 406 δις € τον Ιούνιο του 2022, εκ των οποίων τα 258 δις € περίπου ληξιπρόθεσμο (κόκκινο). Και τα δύο μαζί πάνω από τα 810 δις € – ενώ το εξωτερικό μας χρέος, από περίπου 410 δις € το 2019 ή στο 224% του ΑΕΠ στα 546,7 δις € ή στο 283% του πραγματικού ΑΕΠ (263% του πληθωριστικού) το 2022 (πηγή).
 
Όσον αφορά την αύξηση των καταθέσεων, κανένας δεν γνωρίζει από πού προέρχεται – ενώ θα μπορούσε να οφείλεται στην πώληση ακινήτων, στις επιστρεπτέες που δεν επιστράφηκαν, στις καταθέσεις χρημάτων που διατηρούσαν οι Έλληνες στα σπίτια τους κοκ. Εκτός αυτού, η αύξηση των καταθέσεων δεν είναι θετική – επειδή σημαίνει πως δεν επενδύουν οι Πολίτες.
 
Παρά τα όσα ακούγονται τώρα για τις εξαγωγές από την κυβέρνηση, οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών (μαζί με τον τουρισμό) σε σταθερές τιμές του 2015, ήταν της τάξης των 70 δις € το 2019 – ενώ αυξήθηκαν μόλις στα 71,6 δις € το 2022. Αντίθετα, οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών, από 71,3 δις το 2019, εκτινάχθηκαν στα 85,8 δις € το 2022 – γεγονός που σημαίνει πως η ανταγωνιστικότητα της Ελλάδας γκρεμίσθηκε.

Αναφορικά με τις άμεσες ξένες επενδύσεις, όπου επίσης θριαμβολογεί η κυβέρνηση, σύμφωνα με την πρόσφατη έκθεση της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ) τα εξής: «Οι επενδύσεις με σκοπό τη δημιουργία νέων άμεσων παραγωγικών επιχειρήσεων η νέων εγκαταστάσεων στην Ελλάδα, παραμένουν σε πολύ χαμηλό επίπεδο, σε όρους αξίας – ενώ ο αριθμός των νέων έργων που αναγγέλλονται για την Ελλάδα, δεν παρουσιάζει αξιόλογη ανοδική τάση».
 
Πράγματι εδώ, εάν αφαιρέσει κανείς το ξεπούλημα, με το οποίο απλά αλλάζουν χέρια οι ελληνικές εταιρίες και τα ακίνητα, με πιστώσεις από τις ελληνικές τράπεζες, οι άμεσες ξένες επενδύσεις του 2021, ήταν χαμηλότερες από το 2020 – ενώ εάν αφαιρέσει επί πλέον τις επιχειρήσεις που έφυγαν, τότε τα νούμερα είναι εντελώς απογοητευτικά.
 
Ειδικότερα, οι άμεσες  ξένες επενδύσεις που αφορούν εντελώς νέες, όχι δηλαδή εξαγορά υφισταμένων επιχειρήσεων αλλά εγκατάσταση νέων επιχειρήσεων ή επέκταση με νέες επενδύσεις (greeinfield Investment‘s) διαμορφώθηκαν το 2021 στα 2,767 δις $ – μειωμένες κατά 14,2% σε σύγκριση με το 2020, όπου ήταν 3,22 δις $, ενώ η κατάσταση δεν άλλαξε το 2022.
 
Ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου βελτιώθηκε μεν, αλλά παραμένει πολύ κάτω από τα προ κρίσης επίπεδα – επίσης πολύ κάτω από το μέσον όρο της ΕΕ, παρά το τεράστιο επενδυτικό κενό που έχει η Ελλάδα. Εκτός αυτού βελτιώθηκε κυρίως στα ακίνητα και στις κατασκευές – όπως φαίνεται από την ανάλυση της ΤτΕ.
 
Η ΤτΕ πάντως προειδοποίησε επί πλέον έντονα για τον κίνδυνο φτώχειας των Ελλήνων – για την επιδείνωση των στοιχείων που αφορούν την ανισότητα, τον κοινωνικό αποκλεισμό και τις συνθήκες διαβίωσης στην Ελλάδα, τα τελευταία δυο χρόνια.
 
Σε σχέση με τις τράπεζες που δήθεν επιβραβεύουν τους συνεπείς δανειολήπτες με το πάγωμα του Euribor για ένα έτος (χρεώνουν Euribor συν περιθώριο κέρδους), πρόκειται για μία μεγάλη κοροϊδία – επειδή αφενός μεν το Euribor είναι ήδη σε υψηλά επίπεδα, αφετέρου μπορούν να αυξήσουν το περιθώριο κέρδους τους.
 
Οφείλουμε βέβαια να τονίσουμε πως έχουν στηριχθεί με τρεις ανακεφαλαιοποιήσεις από τους Έλληνες, ύψους σχεδόν 44 δις €, με αναβαλλόμενο φόρο περί τα 17 δις € και με το πρόγραμμα Ηρακλής των 23 δις – ενώ δίνουν μηδενικά επιτόκια καταθέσεων, υπέρογκα χορηγήσεων και χρεώνουν τις μακράν υψηλότερες προμήθειες στην ΕΕ. Με δεδομένο δε το ότι, οι καταθέσεις των 183 δις είναι στο παθητικό τους, κέρδισαν έμμεσα από τον πληθωρισμό μόνο το 2022 περί τα 18 δις – τα οποία έχασαν οι Έλληνες.
 
Τέλος, όπως σωστά έχει γραφτεί, ακούγεται μεν ωραία ότι μειώθηκαν τα κόκκινα δάνεια που έχουν στο ενεργητικό τους οι ελληνικές τράπεζες στο 8,2% του συνόλου των δανείων τους, αλλά η επιβάρυνση τους παραμένει μεγάλη – αφού ο μέσος όρος των κόκκινων δανείων στο σύνολο των δανείων στις τράπεζες της ΕΕ είναι μόλις 1,79%.
 
Εκτός αυτού, τα  κόκκινα δάνεια δεν εξαφανίστηκαν – μεταφέρθηκαν απλά από τους ισολογισμούς των τραπεζών σε συγγενικά funds και servicers, επιβαρύνοντας τους δανειολήπτες και την οικονομία. Με δεδομένο δε το ότι, ένα πολύ μεγάλο μέρος των κεφαλαίων τους είναι ο αναβαλλόμενος φόρος, δηλαδή ο φόρος που δεν θα πληρώσουν όταν έχουν κέρδη, οπότε αέρας, εύλογα θεωρούνται από τις πλέον επικίνδυνες στην ΕΕ – ειδικά εάν διευρυνθεί η παγκόσμια τραπεζική κρίση (ανάλυση).
 
Επίλογος 
 
Ο καλύτερος τρόπος για να καταλάβει κανείς μόνος του εάν πρόκειται για μία επιτυχημένη ή για μία εντελώς αποτυχημένη κυβέρνηση, από την πλευρά της οικονομίας, είναι η παράθεση συγκριτικών αριθμών – οι οποίοι δεν κάνουν ποτέ λάθος. Μόνο έτσι μπορούν οι Πολίτες να έχουν μία καθαρή εικόνα της κυβερνητικής θητείας – αρκεί φυσικά να διαβάσουν με προσοχή τους αριθμούς, χωρίς καθόλου προκαταλήψεις και κομματικές παρωπίδες.
 
Σημείωση: Στο δημόσιο χρέος δεν συμπεριλάβαμε τις κρατικές εγγυήσεις, αν και θα έπρεπε – οι οποίες ήταν κάτω από 10 δις € το 2019 – ενώ το 2022 ήταν περί τα 30 δις €.

 
G
M
T
Y
Text-to-speech function is limited to 200 characters

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου