MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Παρασκευή 13 Ιανουαρίου 2017

Ο θάνατος σου η ζωή μου

Η πλέον βάρβαρη, αιμοβόρα και πολεμοχαρής «περιοχή» του πλανήτη ήταν ανέκαθεν η δυτική τριάδα, δηλαδή η Ευρώπη, οι Η.Π.Α. και η Ιαπωνία – γεγονός που επεξηγεί την άνοδο του βιοτικού της επιπέδου, καθώς επίσης την κυριαρχία της στον πλανήτη.

Ανάλυση

Ο πόλεμος έχει αναμφίβολα καταστροφικές συνέπειες – ενώ είναι ότι χειρότερο μπορεί να συμβεί, όσον αφορά τις ανθρώπινες κοινωνίες. Το γεγονός αυτό δεν ισχύει μόνο για τον στρατιωτικό πόλεμο αλλά, επίσης, για τον οικονομικό – κάτι που βιώνουμε τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι, είμαστε η μοναδική χώρα πού είναι αντιμέτωπη με τέτοιες καταστάσεις ή πως δεν έχουμε ευθύνες.

Ο πόλεμος όμως δεν έχει μόνο αρνητικές συνέπειες, όσο παράδοξο και αν ακούγεται κάτι τέτοιο – μεταξύ άλλων επειδή εξασκούνται οι συμμετέχοντες, μαθαίνουν τρόπους άμυνας και επίθεσης (ότι δεν με σκοτώνει, με κάνει πιο δυνατό), ανακαλύπτουν καινούργιες μεθόδους, εξελίσσονται αφενός μεν οι ίδιοι, αφετέρου ο «εξοπλισμός» τους κοκ.

Από την άλλη πλευρά, οι ετοιμοπόλεμες χώρες είναι ασφαλώς σε καλύτερη θέση από τις υπόλοιπες, όταν ξεσπάει ο πόλεμος – με αποτέλεσμα να είναι συνήθως οι νικητές, όπως γνωρίζουμε από τη Σπάρτη στην ιστορία.

Για παράδειγμα στην περίπτωση του επιχειρηματικού πολέμου οι γερμανικές εταιρείες, ειδικά αυτές των κλάδων της λιανικής, ήταν και είναι πολύ πιο ετοιμοπόλεμες από τις ελληνικές – επειδή ο ανταγωνισμός μεταξύ τους εντός της Γερμανίας ήταν ανέκαθεν πολύ μεγάλος, οπότε ήταν υποχρεωμένες να εξελίσσονται διαρκώς, μειώνοντας τα λειτουργικά τους έξοδα, αυξάνοντας το μέγεθος τους για να επιτυγχάνουν καλύτερες συμφωνίες αγοράς των προϊόντων τους, πιέζοντας τους εργαζομένους, εκμηδενίζοντας το συνδικαλισμό κλπ.

Αντίθετα, ο ανταγωνισμός των ελληνικών επιχειρήσεων εντός της Ελλάδας ήταν ανέκαθεν πολύ μικρότερος – λόγω της ύπαρξης καρτέλ που εξασφαλίζουν υψηλότερες τιμές πώλησης των προϊόντων, εις βάρος φυσικά των καταναλωτών, της πολιτικής διαπλοκής, της ελλειμματικής λειτουργίας των θεσμών κοκ. Επομένως δεν ήταν καθόλου ετοιμοπόλεμες, οπότε ήταν αυτονόητη η κατά κράτος ήττα τους από τις γερμανικές και όχι μόνο – ειδικά από αυτές του εκπτωτικού λιανικού εμπορίου.

Όσον αφορά τώρα τον οικονομικό πόλεμο, για παράδειγμα την εισβολή του ΔΝΤ, της Τρόικα κλπ. σε μία χώρα, έχει την ιδιαιτερότητα να μην καταστρέφει τις υποδομές της, όπως ο στρατιωτικός (αν και με τα «έξυπνα όπλα» προκαλούνται πια λιγότερες υλικές ζημίες) – αλλά μόνο ανθρώπινες. Βέβαια, το γεγονός αυτό δεν γίνεται αντιληπτό από αυτούς που δέχονται την επίθεση – επειδή θεωρούν πως υφίστανται μόνο υλικές ζημίες, όπως οι μειώσεις των μισθών τους, ο περιορισμός του κοινωνικού κράτους, η αύξηση των φόρων, η λεηλασία της περιουσίας τους κοκ.

Δεν συνειδητοποιούν λοιπόν ότι, τους προκαλούνται επίσης ανθρώπινες ζημίες όπως, για παράδειγμα, η πτώση του πληθυσμού τους – αφού μειώνονται οι γεννήσεις λόγω της οικονομικής αδυναμίας των νέων ζευγαριών, ενώ αυξάνονται ταυτόχρονα οι θάνατοι (επειδή γίνονται περιορισμοί στο σύστημα υγείας, τα φάρμακα ακριβαίνουν, ενώ το προσδόκιμο ζωής μειώνεται σκόπιμα και μεθοδικά).

Παράλληλα μέσω της αύξησης της ανεργίας, η οποία είναι απαραίτητη σε τέτοιες περιπτώσεις αφού διαφορετικά δεν μειώνονται οι μισθοί, κλιμακώνεται η μετανάστευση σε άλλες χώρες – οπότε περιορίζεται ακόμη περισσότερο ο πληθυσμός. Μειώνεται επίσης το εργατικό δυναμικό, με αποτέλεσμα οι εκάστοτε «κατοχικές» κυβερνήσεις να υπερηφανεύονται ότι, περιόρισαν την ανεργία παρά την πτώση του ΑΕΠ – κάτι φυσικά απίθανο, εκτός εάν μειωθεί η παραγωγικότητα των εργαζομένων, η οποία όμως μειώνει αντίστοιχα την ανταγωνιστικότητα.

Με τον τρόπο αυτό πάντως, σε μεσοπρόθεσμο χρονικό διάστημα εξασφαλίζεται η διανομή των εισοδημάτων σε λιγότερα άτομα, τα οποία γίνονται πιο ανθεκτικά και ετοιμοπόλεμα – ενώ ζουν πολύ πιο λιτά, αφού έχουν χάσει ένα μεγάλο μέρος από τα περιουσιακά τους στοιχεία, καθώς επίσης από τα έσοδα τους, όπως συμβαίνει με τους στρατιωτικούς πολέμους.

Αυτό είναι ουσιαστικά το «πικρό φάρμακο» που αναφέρει συχνά το ΔΝΤ, αν και δεν το συνειδητοποιούν οι περισσότεροι – ενώ μετά από ένα χρονικό διάστημα αναπτύσσεται ξανά η χώρα, αφού έχει λιγότερους ανθρώπους, με πολύ μικρότερες απαιτήσεις, οι οποίοι είναι υποχρεωμένοι να εργαστούν πιο σκληρά, για να ανακτήσουν αυτά που έχασαν. Εκτός αυτού, έχοντας την εμπειρία της οδύνης, γίνονται πιο προσεκτικοί και συνετοί – αφού δεν θέλουν να βιώσουν ξανά τις ίδιες εφιαλτικές συνθήκες (αν και η ιστορία επαναλαμβάνεται μετά από ορισμένα χρόνια, όταν έχουν σβήσει οι αναμνήσεις).

Η άνοδος της Ευρώπης

Περαιτέρω, κάτι ανάλογο συμβαίνει με τους στρατιωτικούς πολέμους, οι οποίοι ιστορικά ήταν αυτοί που κατέστησαν τη δυτική τριάδα (Ευρώπη, Η.Π.Α. και Ιαπωνία) κυρίαρχη του πλανήτη – τους βαρβάρους ουσιαστικά, ειδικά τους Ευρωπαίους, οι οποίοι είναι η πλέον αιμοχαρής φυλή της υφηλίου, υπεύθυνη για δεκάδες πολέμους (μεταξύ των οποίων για δύο παγκοσμίους που κόστισαν δεκάδες εκατομμύρια ζωές). Υπενθυμίζουμε εδώ τα παρακάτω:

Το έτος 1300 το κατά κεφαλήν εισόδημα της Κίνας ήταν υψηλότερο, σε σχέση με την Ευρώπη. Εν τούτοις, η ήπειρος μας κατάφερε να ξεπεράσει την Κίνα, κυριαρχώντας στον πλανήτη για πολλούς αιώνες. Οι ερμηνείες της εξέλιξης αυτής, το πού στηριζόταν δηλαδή, είναι συνήθως οι εξής:

(α) Στους τεχνολογικούς νεωτερισμούς οι οποίοι, με τη μορφή της βιομηχανικής επανάστασης μετά το 18ο αιώνα, αύξησαν σε μεγάλο βαθμό την παραγωγικότητα και εξ αυτής τα εισοδήματα στην Ευρώπη.

(β) Στους θεσμούς, στη δημιουργία του Κράτους Δικαίου, καθώς επίσης στην προστασία της ατομικής ιδιοκτησίας – ενέργειες που εξασφάλισαν την εξέλιξη και την πρόοδο της οικονομίας.

Όμως, παρά το ότι τα παραπάνω επιτεύγματα είναι πολύ σημαντικά, δεν μπορούν να εξηγήσουν ικανοποιητικά την ιλιγγιώδη άνοδο της Ευρώπης, συγκριτικά με την Κίνα – μία άνοδος που ξεκίνησε, σύμφωνα με τους ιστορικούς, το έτος 1350, όπου η επιδημία της πανώλης οδήγησε στο θάνατο ένα πολύ μεγάλο μέρος του πληθυσμού της ηπείρου μας (από το ένα τρίτο έως και το 50% σε πολλές χώρες).

Εκείνη την εποχή, κατά την οποία η ανάπτυξη της οικονομίας στηριζόταν κυρίως στο συντελεστή «Φύση» (γη), ενώ το κατά κεφαλήν εισόδημα ήταν η συνάρτηση του λόγου των διαθέσιμων (αγροτικών) εκτάσεων, με τον πληθυσμό που ζούσε επάνω σε αυτές, η επιδημία σήμαινε το εξής:

Όλοι όσοι κατάφεραν να επιβιώσουν από το «μαύρο τέρας» ήταν πλουσιότεροι, με αυξημένο το κατά κεφαλήν εισόδημα τους – επειδή η πανώλη είχε οδηγήσει στο θάνατο μόνο τους ανθρώπους, χωρίς να επηρεάσει καθόλου τα διαθέσιμα «κεφαλαιακά αποθέματα».

Βέβαια, μία αύξηση του κατά κεφαλήν εισοδήματος, η οποία στηρίζεται σε τέτοιου είδους προϋποθέσεις, δεν έχει συνήθως διάρκεια – επειδή, όταν ο πληθυσμός επανέρχεται σε φυσιολογικά επίπεδα, το εισόδημα μειώνεται ξανά, στα προηγούμενα επίπεδα ισορροπίας του. Εν τούτοις, δεν συνέβη κάτι τέτοιο στην Ευρώπη, αφού το κατά κεφαλήν εισόδημα συνέχισε να αυξάνεται τους επόμενους αιώνες – λόγω του ότι, σύμφωνα με τους ιστορικούς, οι πόλεμοι ακολούθησαν τη θανατηφόρο επιδημία.

Αναλυτικότερα, το αυξημένο κατά κεφαλήν εισόδημα, μετά την επιδημία της πανώλης, ήταν αρκετά υψηλότερο, από το επίπεδο διαβίωσης του εναπομείναντος πληθυσμού. Το γεγονός αυτό επέτρεψε στα κράτη να αυξήσουν σημαντικά τη φορολογία – όπου το 70% έως 80% των φόρων εκείνη την εποχή (1500) χρησιμοποιούταν για τη χρηματοδότηση των στρατιωτικών δαπανών.

Οι υψηλότεροι φόροι λοιπόν έδωσαν τη δυνατότητα σε πάρα πολλά μικρά κράτη της Ευρώπης να αυξήσουν δραματικά τις δαπάνες εξοπλισμού τους – προκαλώντας ένα αγώνα δρόμου μεταξύ τους, ο οποίος κλιμάκωνε συνεχώς τη στρατιωτική τους δύναμη.

Η ιδιαιτερότητα των πολέμων

Συνεχίζοντας, το αποτέλεσμα της συγκεκριμένης διαδικασίας ήταν να ακολουθήσει η πλέον πολεμική εποχή στην ιστορία της ανθρωπότητας – γεγονός που μας θυμίζει τους ατελείωτους πολέμους στην Αρχαία Ελλάδα μεταξύ των πόλεων-κρατών, αλλά και εξωτερικών εχθρών (Πέρσες), όπου η χώρα μας τότε ήταν, κατά κάποιον τρόπο, ανάλογη της ηπείρου μας σήμερα (η Ελλάδα θεμελίωσε ουσιαστικά τον πολιτισμό στην Ευρώπη, «εμβολιάζοντας» με το πνεύμα, με την υπερηφάνεια και με τη μαχητικότητα της όλους τους άλλους λαούς).

Μεταξύ των ετών 1500 και 1800 διεξήχθησαν 443 πόλεμοι και 1.071 μεγάλες μάχες – γεγονός που σημαίνει ότι, κατά μέσον όρο διεξάγονταν 1,5 πόλεμοι ετησίως. Το 16ο και το 17ο αιώνα, σχεδόν στο 95% όλων των ετών, το λιγότερο μία από τις τότε μεγάλες δυνάμεις της Ευρώπης (Αγγλία, Ισπανία, Γαλλία, Αυστρία, Ρωσία, Οθωμανική Αυτοκρατορία) ήταν μπλεγμένη σε πόλεμο – όπως φαίνεται από τον Πίνακα Ι που ακολουθεί.

Πίνακας Ι: Συχνότητα των πολέμων στην Ευρώπη

Αιώνας Αριθμός πολέμων Μέση διάρκεια σε έτη Ποσοστό εμπόλεμης κατάστασης




16ος 34 1,6 95%
17ος 29 1,7 94%
18ος 17 1,0 78%
19ος 20 0,4 40%
20ος 15 0,4 53%

Πηγή: Tilly (1990)

Περαιτέρω, εύλογα αναρωτιέται κανείς γιατί η συχνότητα των πολέμων οδήγησε στην αύξηση του βιοτικού επιπέδου της Ευρώπης. Η αιτία είναι το ότι, το τεχνολογικά χαμηλό επίπεδο των πολέμων τότε, είχε σαν αποτέλεσμα να σκοτώνονται οι άνθρωποι είτε στις μάχες, είτε από μεταφερόμενες επιδημίες και ασθένειες – οπότε να λιγοστεύουν, χωρίς να προκαλούνται ζημίες στα «κεφαλαιακά αποθέματα».

Επομένως, οι κατά συρροή πόλεμοι και επιδημίες μεταξύ του 15ου και 18ουαιώνα στην Ευρώπη είχαν το ίδιο αποτέλεσμα, με τη θανατηφόρο πανώλη του 1350 – το ότι πέθαιναν δηλαδή πολλά εκατομμύρια άνθρωποι, χωρίς να καταστρέφονται περιουσιακά στοιχεία. Αυτοί που επιβίωναν λοιπόν ήταν πλουσιότεροι (ο θάνατος σου η ζωή μου), οπότε τα φορολογικά έσοδα των κρατών αυξάνονταν, διευκολύνοντας τη διεξαγωγή και άλλων πολέμων.

Στη σημερινή εποχή οφείλει να λάβει κανείς υπ’ όψιν του το γεγονός ότι, η αύξηση του πλούτου στη Γερμανία ειδικά μετά την κρίση του 2008, εις βάρος των εταίρων της, είχε ως αποτέλεσμα την άνοδο της φορολογίας των Πολιτών της από τον κ. Σόιμπλε, παρά τη μείωση των δημοσίων δαπανών, κυρίως από την πτώση των επιτοκίων δανεισμού – οπότε λογικά προετοιμάζεται για τον επόμενο, οικονομικό πιθανόν, πόλεμο. 

Επιστρέφοντας στο παρελθόν, στον Πίνακα ΙΙ που ακολουθεί φαίνονται τα φορολογικά έσοδα των κρατών (σε τόνους ασημιού) – τα οποία, σε πλήρη αντίθεση με τη σημερινή εποχή, αυξάνονταν με γρηγορότερο ρυθμό από την οικονομία και τον πληθυσμό.

Πίνακας ΙΙ: Εξέλιξη της φορολόγησης στην Ευρώπη

Έτος Συνολικά έσοδα από φόρους Κατά κεφαλήν ποσοστό

(σε τόνους ασημιού) μέσου φόρου



1509 214 3,7
1559 456 3,6
1609 1.116 4,9
1659 2.215 5,7
1709 2.667 8,1
1759 3.808 9,9
1789 6.846 12,2

Πηγή: Karaman and Pamuk (2010), ESFD

Στο επόμενο γράφημα τεκμηριώνεται η θετική σχέση μεταξύ της συχνότητας των πολέμων, καθώς επίσης του κατά κεφαλήν εισοδήματος, σε ορισμένες χώρες της Ευρώπης, από το 1500 έως το 1700.


Τα συμπεράσματα από το διάγραμμα είναι πέραν κάθε αμφιβολίας – γεγονός που τεκμηριώνει τη θέση, σύμφωνα με την οποία ο πλούτος και η ανάπτυξη της Ευρώπης στηρίχθηκε στους πολέμους.

Η Κίνα

Την ίδια εποχή στην Κίνα, μετά την πτώση της δυναστείας των «Yuan» το 1368, ακολούθησε μία περίοδος ειρήνης και πολιτικής σταθερότητας, η οποία διήρκεσε 500 ολόκληρα χρόνια. Μεταξύ των ετών 1350 και 1800 διεξήχθησαν στην περιοχή μόλις 91 πόλεμοι (περί τους 0,2 ετήσια), καθώς επίσης 23 αξιόλογες μάχες – ενώ οι περισσότεροι πόλεμοι ήταν ουσιαστικά αναίμακτες εξεγέρσεις χωρικών.

Επομένως, ο αριθμός των θανάτων στην Κίνα ήταν κατά πολύ χαμηλότερος, από αυτόν της Ευρώπης – με αποτέλεσμα ο πληθυσμός της να αυξάνεται με διπλάσιο ρυθμό, συγκριτικά με τον ευρωπαϊκό. Στον Πίνακα ΙΙΙ που ακολουθεί φαίνονται τα «οδυνηρά» αποτελέσματα τα ειρήνης, όσον αφορά το κατά κεφαλήν εισόδημα.

Πίνακας ΙΙΙ: Εξέλιξη του κατά κεφαλήν εισοδήματος στην Κίνα και στην Ευρώπη (σε διεθνή δολάρια του 1990)

Έτος Κίνα Ευρώπη



1 450 $ 550 $
960 450 $ 422 $
1300 600 $ 576 $
1700 600 $ 924 $
1820 600 $ 1.090 $
.
Όπως συμπεραίνεται από τον Πίνακα ΙΙΙ, το κατά κεφαλήν εισόδημα στην Ευρώπη μεταξύ των ετών 1300 και 1820 σχεδόν διπλασιάστηκε – ενώ στην Κίνα παρέμεινε σχετικά σταθερό. Επομένως, η βασική αιτία της ανάπτυξης και της προόδου της Ευρώπης δεν ήταν η αναγέννηση, ο διαφωτισμός ή η βιομηχανική επανάσταση, αλλά ο πόλεμος – τον οποίο μπορεί κάλλιστα να παρομοιάσει κανείς με τη «δημιουργική καταστροφή» του Schumpeter: με την, κατά τον ίδιο, κινητήριο δύναμη του καπιταλισμού.

Επίλογος

Οι ιστορικοί (Voiglander & Voth) μας προειδοποιούν ότι, δεν πρέπει να συνδέουμε σήμερα τους πολέμους με την αύξηση του βιοτικού επιπέδου – επειδή, κρίνοντας από τις εξελίξεις μετά το 1800, οι σύγχρονοι πόλεμοι οδηγούν στο θάνατο πολύ λιγότερους ανθρώπους, καταστρέφοντας παράλληλα τις υποδομές, καθώς επίσης τα κεφαλαιακά αποθέματα των κρατών.

Εν τούτοις, η ανάπτυξη που ακολούθησε μετά το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, καθώς επίσης η στασιμότητα μετά το 1970, δεν οδηγεί στα ίδια συμπεράσματα – ενώ από τον οικονομικό πόλεμο που διεξάγεται σήμερα, μέσω του οποίου εκατομμύρια άνθρωποι καταδικάζονται είτε στο περιθώριο (ανάλυση), είτε στον πρόωρο θάνατο (μείωση του προσδόκιμου ζωής κλπ.), δεν έχει ακόμη τεκμηριωθεί τι ακριβώς θα συμβεί.

Ολοκληρώνοντας ίσως οφείλουμε όλοι εμείς οι Έλληνες να αναρωτηθούμε, εάν είναι δυνατόν να αντιμετωπίσουμε με επιτυχία τη σημερινή κρίση, την ύφεση, τη λεηλασία, την εξαθλίωση και το τέρας της ανεργίας, ειρηνικά – αποφεύγοντας τις συγκρούσεις, επιλέγοντας τους συμβιβασμούς, χωρίς την ανάληψη κανενός ρίσκου και σκύβοντας συνεχώς το κεφάλι. Τον οικονομικό πόλεμο ουσιαστικά που δεχόμαστε από τη Δύση, αφού δεν πρόκειται για κάτι άλλο – γεγονός που δεν σημαίνει φυσικά ότι, δεν έχουμε ευθύνες.

Σε κάθε περίπτωση πάντως η Ελλάδα δεν είναι μία μικρή, φτωχή και αδύναμη χώρα, όπως θέλουμε να πιστεύουμε – όσο δειλές, ανεπαρκείς, ανίκανες ή ανόητες και να είναι ίσως οι πολιτικές της ηγεσίες. Απλούστατα, οι Έλληνες έχουν ξεχάσει τι ακριβώς σημαίνει πόλεμος ή εξέγερση, καθώς επίσης ότι πρέπει να προστατεύει ένας λαός, συλλογικά, με κάθε τρόπο και με κάθε θυσία την ελευθερία, την αξιοπρέπεια, καθώς επίσης την εθνική του κυριαρχία – εάν δεν θέλει να λεηλατηθεί, να υποδουλωθεί και να καταλήξει εξαθλιωμένος στα σκουπίδια της ιστορίας.

Βασίλης Βιλιάρδος
E-mail: viliardos@analyst.gr
Ειδικότητα: Mάκρο-οικονομικά / Πολιτική Οικονομία

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου