Η Ευρώπη, με τη δικαιολογία της κλιματικής αλλαγής, οδηγείται από το νεοφιλελευθερισμό που έφτασε στα όρια του, σε μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία των ελίτ – μέσω μίας «Οικολογικής ΕΚΤ». Είναι δε σαφές πως η πολιτική λιτότητας απέτυχε παταγωδώς, αν και το λογαριασμό τον πλήρωσε πανάκριβα μόνο η Ελλάδα – η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που ξεπούλησε την εθνική της κυριαρχία, υποθήκευσε τα πάντα και σήμερα τα χάνει όλα, μέσω του ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟΥ, της ΑΑΔΕ και του σχεδίου Ηρακλής των τραπεζών, όπου στην ουσία θα κατασχεθούν και θα πλειστηριαστούν τα σπίτια των Ελλήνων ηλεκτρονικά για να μην αμυνθούν, με την ανοχή του ανύπαρκτου πια Κράτους Δικαίου και με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Είναι ενδιαφέρον το πόσο συγκλίνουν πλέον οι στόχοι των αριστερών κομμάτων, όπως είναι η κλιματική αλλαγή και ο διεθνισμός, με αυτούς της παγκόσμιας ελίτ – αν και με διαφορετικές επιδιώξεις. Ειδικότερα, η δήθεν κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται από τις ελίτ για τον πλουτισμό τους, μέσω νέων επενδυτικών εγχειρημάτων που θα χρηματοδοτούνται από τη φορολόγηση των ανόητων μαζών – ενώ ο διεθνισμός για την προσέλκυση φθηνού μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού και για την αλλοίωση των κοινωνιών έτσι ώστε να είναι ευκολότερα ελεγχόμενες, ταυτόχρονα με τη διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα, παρά την εκτύπωση νέων χρημάτων.
Ανάλυση
Αμέσως μετά την ανάληψη μίας ακόμη θέσης-κλειδί από τη γερμανική Ευρώπη, της προεδρίας της Κομισιόν (η μοναδική πλέον που της λείπει είναι αυτή της ΕΚΤ), κυκλοφόρησε η είδηση πως η νέα επικεφαλής της ΕΕ, η γερμανίδα Ursula von der Leyen, σχεδιάζει να επενδύσει συνολικά τρία τρισεκατομμύρια € με τη βοήθεια της ΕΚΤ, στην οικολογική αναδιάρθρωση της ευρωπαϊκής οικονομίας. Το ποσόν αυτό μειώθηκε στο 1 τρις € αργότερα, λόγω των πολιτικών αντιθέσεων που προκλήθηκαν – κάτι που όμως δεν περιορίζει τις τεράστιες απαιτήσεις του εγχειρήματος.
Η νέα πρόεδρος πάντως, στην εναρκτήρια ομιλία της, ανέφερε πως έως το 2050 η ΕΕ θα πρέπει να μηδενίσει τις εκπομπές άνθρακα των κρατών μελών της – οπότε πως η «πράσινη συμφωνία» (green deal), οφείλει να αναδειχθεί στο «εμπορικό σήμα» της Ευρώπης. Αρκετοί φυσικά υποψιάσθηκαν ότι, δρομολογείται μία νέα μέθοδος ληστείας των αδύναμων εισοδηματικών τάξεων και ιδίως των καταθετών από τη νεοφιλελεύθερη ΕΕ, με την εύρεση μίας δικαιολογίας για ένα νέο τύπωμα χρημάτων από την ΕΚΤ – παράλληλα με την αντιμετώπιση των προβλημάτων που θα προκύψουν από το BREXIT, από τη συνεχιζόμενη κρίση χρέους των κρατών του νότου και από την προοπτικής ύφεσης της γερμανικής οικονομίας.
Με απλά λόγια, η ΕΕ θα πλημμυρίσει με νέα χρήματα που θα προστεθούν στα παλαιότερα (γράφημα, από 115,6 δις € το 2015 η ποσότητα αυξήθηκε από την ΕΚΤ στα 2.673 δις € ή κατά 23 φορές περίπου), πιέζοντας σε μεγάλο βαθμό τη Μ. Βρετανία, τα επιτόκια θα παραμείνουν μηδενικά εις βάρος των καταθετών (χρηματοπιστωτική καταστολή, financial repression), οπότε δεν θα υπάρξει κίνδυνος χρεοκοπίας χωρών όπως η Ελλάδα ή τραπεζών όπως η Deutsche Bank και τα βιομηχανικά κράτη όπως η Γερμανία και η Γαλλία, θα αποφύγουν την ύφεση παράγοντας και πουλώντας «πράσινα» προϊόντα στα υπόλοιπα – όπως ανεμογεννήτριες, ηλεκτρικά αυτοκίνητα, μηχανήματα ηλιακής ενέργειας κλπ.
Περαιτέρω το σχέδιο αυτό, το «Green Deal», δεν ακούγεται τυχαία όπως το «New Deal» του προέδρου Roosevelt – αφού πρόκειται επίσης για ένα μεγάλο δημόσιο πρόγραμμα, για μία οικονομική στρατηγική σοσιαλιστικού φυσικά τύπου, με στόχο την αντιμετώπιση της κρίσης και την ανάπτυξη της οικονομίας. Όλοι οι οικονομικοί κλάδοι δε θα στηριχθούν με στόχο να γίνει η Ευρώπη η πρώτη κλιματικά ουδέτερη ήπειρος του πλανήτη – η πρωτοπόρος που θα εξάγει γνώσεις, τεχνολογία και βέλτιστες πρακτικές, κατά τη γερμανίδα πρόεδρο της Κομισιόν. Υπενθυμίζουμε εδώ πως το «New Deal» του προέδρου Roosevelt ήταν μία σειρά προγραμμάτων, δημοσίων έργων, οικονομικών μεταρρυθμίσεων και κανονισμών που υιοθετήθηκαν από τις Η.Π.Α., μεταξύ των ετών 1933 και 1939, για την αντιμετώπιση της Μεγάλης Ύφεσης – μετά το κραχ του 1929.
Ήδη έως το Μάρτιο του 2020 θα είναι διαθέσιμη μία καινούργια βιομηχανική στρατηγική, καθώς επίσης ένα νέο σχέδιο δράσης για την κυκλική οικονομία – προσανατολισμένη προς τους «κύκλους» των πρώτων υλών. Παράλληλα δε στα κλασσικά διαρθρωτικά και επενδυτικά μέτρα, όπως για παράδειγμα στον τομέα της αιολικής ενέργειας ανοιχτής θαλάσσης ή στην ενεργειακή ανακαίνιση των κτιρίων, ένα «Μεταβατικό Ταμείο» (Just Transition Funds) θα παρέχει στήριξη για μία «δίκαιη μετάβαση» στις περιοχές που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από το λιγνίτη – με ένα συνολικό επενδυτικό ποσόν της τάξης των 100 δις € που θα προέλθει από δημόσια και ιδιωτικά κεφάλαια.
Η πράσινη συμφωνία
Η εναρκτήρια ομιλία τώρα της Ursula von der Leyen και η ανακοίνωση της «πράσινης συμφωνίας», συντονίσθηκε τέλεια με την επείγουσα κλιματική αλλαγή που ενέκρινε το ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο δύο ημέρες αργότερα – σύμφωνα με την οποία τα πάντα πρέπει να υπαχθούν στο στόχο του περιορισμού της υπερθέρμανσης του πλανήτη κάτω των 1,5 βαθμών Κελσίου. Εάν βέβαια αυτός ο στόχος είναι ρεαλιστικός και μπορεί να συντονισθεί πολιτικά, πόσο μάλλον να εφαρμοσθεί, αποτελεί ένα μεγάλο ερώτημα – ενώ το μόνο σίγουρο είναι το ότι απαιτούνται χρήματα, πολύ περισσότερα από 1 τρις €.
Εν προκειμένω, το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συμβούλιο υπολόγισε το 2017 το κόστος στους τομείς των μεταφορών, της στέγασης και της ενέργειας στη ζώνη του ευρώ στο 1,115 τρις € ετησίως, εάν ο στόχος της κλιματικής αλλαγής επιτευχθεί έως το 2030 – δηλαδή στα 11 τρις € συνολικά, αντί στο 1 τρις € που ανήγγειλε η πρόεδρος της Κομισιόν. Εν τούτοις, ακόμη και το ποσόν του 1 τρις € δεν θα μπορέσει να καλυφθεί από τον προϋπολογισμό της ΕΕ – στον οποίο έχουν προγραμματισθεί μόλις 485 δις €. Θα πρέπει να υπάρξει λοιπόν συγχρηματοδότηση από τα κράτη μέλη ύψους 115 δις €, καθώς επίσης 300 δις € από το Ταμείο Επενδύσεων της ΕΕ – το οποίο είναι ο διάδοχος του αμφιλεγόμενου «Ταμείου Juncker».
Κάτι ανάλογο ισχύει επίσης για το «Μεταβατικό Ταμείο» ύψους 100 δις €, για το οποίο έχουν προβλεφθεί μόνο 7,5 δις € από τον ευρωπαϊκό προϋπολογισμό – ενώ η ευρωπαϊκή επενδυτική τράπεζα οφείλει να προσφέρει δάνεια στους ιδιώτες επενδυτές. Η Γερμανία πάντως δήλωσε πως δεν είναι πρόθυμη να συνεισφέρει περισσότερα χρήματα για την κλιματική αλλαγή – ενώ από τα κεφάλαια που θα διαθέσει το Ευρωπαϊκό Επενδυτικό Ταμείο εξαρτάται η προθυμία κάποιων χωρών που δεν έχουν υπογράψει την πληρωμή ρύπων για τη χρήση λιγνίτη, όπως η Πολωνία, να δρομολογήσουν τις διαρθρωτικές αλλαγές. Η χρεοκοπημένη Ελλάδα αντίθετα, η οποία υπέγραψε την πληρωμή ρύπων το 2013 και τα ΝΟΜΕ το 2015 επιβαρύνοντας σε τεράστιο βαθμό τη ΔΕΗ, δήλωσε πως θα πραγματοποιήσει τη μετάβαση έως το 2023 – τεκμηριώνοντας την ανευθυνότητα των κυβερνήσεων της.
Σε κάθε περίπτωση, κάτω από τις υφιστάμενες προϋποθέσεις, η πραγματοποίηση των σχεδίων της κυρίας von der Leyen εξαρτάται από τη χρηματοδοτική βοήθεια των κρατών μελών της ΕΕ – κάτι που δεν θα είναι εύκολο, επειδή αφενός μεν θα λείψουν τα χρήματα από τη Μ. Βρετανία (περί τα 10 δις €), αφετέρου λόγω του ότι θα είναι εις βάρος των πόρων για τους αγρότες και της παραδοσιακής στήριξης της περιφέρειας.
Ουσιαστικά δηλαδή, με την επίκληση της κλιματικής αλλαγής, της πράσινης απάτης κατά πολλούς (ανάλυση) ο πλούσιος βοράς προσπαθεί να ενισχύσει τη βιομηχανία του για να μη βυθιστεί στην ύφεση, στηριζόμενος στην ΕΚΤ και στο φτωχότερο νότο – ενώ την ίδια στιγμή η απαίτηση της von der Leyen για «φρέσκα χρήματα», τα οποία θα καταλήξουν στις τσέπες των οικονομικών ελίτ όπως συμβαίνει μέχρι σήμερα, έρχεται σε αντίθεση με τους αυστηρούς δημοσιονομικούς κανόνες του Μάαστριχτ και του ESM.
Η ΕΚΤ
Περαιτέρω, αυτό που δεν αναφέρθηκε καθόλου από την κυρία von der Leyen είναι το δεύτερο σχέδιο που ακούγεται επίσης επαναστατικό – εκείνο της κυρίας Lagarde, της πρώην επικεφαλής του ΔΝΤ, η οποία είναι υπέρ της κατάργησης της πολιτικής λιτότητας και της αύξησης της ποσότητας φθηνού χρήματος για την αντιμετώπιση της παγκόσμιας κρίσης κατά τη μέθοδο των Η.Π.Α., γνωρίζοντας πως δεν έχουν καταπολεμηθεί οι αιτίες του κραχ του 2008, αλλά απλά έχουν μεταφερθεί διογκούμενες στο μέλλον.
Εν προκειμένω η κυρία Lagarde, μία μόλις ημέρα μετά τις ανακοινώσεις της προέδρου της Κομισιόν, σε μία συνέντευξη τύπου στη Φρανκφούρτη, δήλωσε πως έχει την ελπίδα να στηριχθεί η «πράσινη συμφωνία» από όλους τους ευρωπαϊκούς Θεσμούς, εντός της δικής της δικαιοδοσίας – με απλά λόγια, επίσης από την ΕΚΤ. Ο πολιτικός συγχρονισμός λοιπόν ήταν τέλειος – πολύ περισσότερο μετά την απογοητευτική σύνοδο της Μαδρίτης για την κλιματική αλλαγή.
Ποιοί είναι αυτοί οι Θεσμοί; Η Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, η Ευρωπαϊκή Επενδυτική Τράπεζα, το ESM και η ΕΚΤ – κάτι που μοιάζει με μία συντονισμένη εκστρατεία, για μία «πράσινη νομισματική πολιτική», στην οποία αναφέρθηκε η κυρία Lagarde αμέσως μετά την ανάληψη της διοίκησης της ΕΚΤ εκ μέρους της. Στην ίδια συνέντευξη τύπου ανέφερε επί πλέον πως η ΕΚΤ θα αρχίσει να συζητάει τον επαναπροσδιορισμό της νομισματικής της πολιτικής από τον Ιανουάριο του 2020 – ενώ κατά την ίδια ο κλασσικός στόχος της ΕΚΤ, η σταθερότητα των τιμών, δεν θα πρέπει πλέον να είναι ο μοναδικός της, αλλά να συμπληρωθεί με τις αντιδράσεις της σε εξελίξεις όπως είναι η τεχνολογική πρόοδος, οι εισοδηματικές ανισότητες και η δίκαιη κλιματική αλλαγή.
Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα αποτελούσε αντιστροφή της νομισματικής πολιτικής – κάτι που συμβαδίζει με τις μελέτες του ΔΝΤ που εξακολουθεί να υπάγεται στην κυρία Lagarde, του ΟΟΣΑ και της Παγκόσμιας Τράπεζας που απαιτούν έναν καλύτερο συντονισμό των νομισματικών και δημοσιονομικών πολιτικών, τουλάχιστον της Δύσης. Επανέρχεται ίσως ο στόχος του «Οικονομικού ΝΑΤΟ» υπό την αιγίδα των Η.Π.Α.; Δύσκολο να απαντήσει κανείς.
Η πρόταση πάντως της κυρίας Lagarde είναι οι τοποθετήσεις της ΕΚΤ, μέσω των οποίων δημιουργεί νέα χρήματα, σε «πράσινες» μετοχές και ομόλογα – στα πλαίσια του προγράμματος ποσοτικής διευκόλυνσης (QE) που ήδη λειτουργεί, αλλά αντιμετωπίζει προβλήματα επειδή έχουν εξαντληθεί αυτά που αγοράζει (μετοχές κλπ.). Όπως δήλωσε δε στο Ευρωκοινοβούλιο, «Η κλιματική αλλαγή και η προστασία του περιβάλλοντος θα πρέπει να αποτελούν το επίκεντρο κάθε θεσμικού οργάνου» – με φρέσκα χρήματα όμως που θα τυπωθούν από την ΕΚΤ, παρακάμπτοντας τους περιορισμούς της Συνθήκης του Μάαστριχτ και του ESM, καθώς επίσης πλημμυρίζοντας την ευρωπαϊκή οικονομία.
Παράλληλα ο επίτροπος εσωτερικής αγοράς της ΕΕ πρότεινε τη δημιουργία μακροπρόθεσμων «πράσινων ομολόγων» διαρκείας έως και 50 ετών, για τη χρηματοδότηση του 1 τρις € της πράσινης συμφωνίας – τα οποία θα εξαιρούνται από το υπολογισμό του ελλείμματος της ΕΕ, οπότε του χρέους, επειδή αρχικά θα εκδίδονται από τα κράτη μέλη! Το γεγονός αυτό τεκμηριώνει πως η πράσινη νομισματική πολιτική δεν είναι πρόταση μόνο της κυρίας Lagarde – ενώ προβλέπεται πως θα ξεκινήσει το αργότερο κατά την επόμενη κρίση, η οποία δεν απέχει ακόμη πολύ, με στόχο την καταπολέμηση της ξανά μέσω του τυπώματος νέων χρημάτων.
Είναι ενδιαφέρον πάντως το πόσο συγκλίνουν πλέον οι στόχοι των αριστερών κομμάτων, όπως είναι η κλιματική αλλαγή και ο διεθνισμός, με αυτούς της παγκόσμιας ελίτ – αν και με διαφορετικές επιδιώξεις. Ειδικότερα, η δήθεν κλιματική αλλαγή χρησιμοποιείται από τις ελίτ για τον πλουτισμό τους, μέσω νέων επενδυτικών εγχειρημάτων που θα χρηματοδοτούνται από τη φορολόγηση των ανόητων μαζών – ενώ ο διεθνισμός για την προσέλκυση φθηνού μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού και για την αλλοίωση των κοινωνιών έτσι ώστε να είναι ευκολότερα ελεγχόμενες, ταυτόχρονα με τη διατήρηση του πληθωρισμού σε χαμηλά επίπεδα, παρά την εκτύπωση νέων χρημάτων.
Επίλογος
Ολοκληρώνοντας φαίνεται πως η Ευρώπη, με τη δικαιολογία της κλιματικής αλλαγής, οδηγείται από το νεοφιλελευθερισμό που έφτασε στα όρια του σε μία κεντρικά κατευθυνόμενη οικονομία των ελίτ, μέσω μίας «Οικολογικής ΕΚΤ» – ενώ οι εκπομπές ρύπων εκ μέρους της (9% το 2010, γράφημα) σίγουρα δεν αιτιολογούν τέτοιου είδους αποφάσεις. Πόσο μάλλον αφού η Γερμανία έχει συλληφθεί για μία σειρά απάτες, όπως το σκάνδαλο ρύπων της αυτοκινητοβιομηχανίας της – όπου η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν ζήτησε ακόμη αποζημιώσεις, λόγω της δουλοπρέπειας και της διαφθοράς των κυβερνήσεων της.
Είναι δε σαφές πως η πολιτική λιτότητας απέτυχε παταγωδώς, αν και το λογαριασμό τον πλήρωσε πανάκριβα μόνο η Ελλάδα – η μοναδική χώρα της Ευρωζώνης που ξεπούλησε την εθνική της κυριαρχία, υποθήκευσε τα πάντα και σήμερα τα χάνει όλα, μέσω του ΥΠΕΡΤΑΜΕΙΟΥ, της ΑΑΔΕ και του σχεδίου Ηρακλής των τραπεζών, όπου στην ουσία θα κατασχεθούν και θα πλειστηριαστούν τα σπίτια των Ελλήνων ηλεκτρονικά για να μην αμυνθούν, με την ανοχή του ανύπαρκτου πια Κράτους Δικαίου και με τη διαδικασία του κατεπείγοντος.
Πηγή : https://analyst.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου