Η μοίρα παίζει περίεργα παιχνίδια μερικές φορές. Κι όπως η «Σιδηρά Κυρία» του νεοφιλελευθερισμού, η Θάτσερ, έγινε… αλοιφή τελικά από τα κόλπα που έκανε στον δικό της ΕΝΦΙΑ, εξοργίζοντας εκατομμύρια Βρετανών, έτσι, απ’ ό,τι φαίνεται, και η αρχή του τέλους για την πρωθυπουργία Σαμαρά ξεκίνησε κι επίσημα με τις παλινωδίες για το χαράτσι του Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων. Όλο αυτό το αλαλούμ, δηλαδή, που εξέθεσε την κυβέρνηση και υποχρέωσε τον πρωθυπουργό να απολογηθεί στη ΔΕΘ με το «συγγνώμη, λάθος».
Στη Ν.Δ., βέβαια, δεν είναι και λίγοι οι θαυμαστές της πολιτικής της Μάργκαρετ Θάτσερ. Και η κολόνια κρατάει χρόνια. Από τον Μητσοτάκη μέχρι τον Σαμαρά.
Ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, ο οποίος δεν μακροημέρευσε ως πρωθυπουργός, έσπευσε να δώσει αμέσως το νεοφιλελεύθερο στίγμα του με το που ανέλαβε το 1990, ξεσηκώνοντας όλη την Ελλάδα εναντίον του με το «καλημέρα». Ο Αντώνης Σαμαράς, από την πλευρά του, είναι αυτός που (μαζί με τον ΓΑΠ) μπορεί να… καμαρώνει στους ομοϊδεάτες του ότι εφάρμοσε την πιο σκληρή θατσερικού τύπου λιτότητα που έχει γνωρίσει η Ευρώπη απ’ όταν κυβερνούσε στη Μ. Βρετανία η μακαρίτισσα. Οι διαφορές Μητσοτάκη - Σαμαρά πολλές, ως γνωστόν. Να, όμως, που τους ενώνει η… Μάργκαρετ.
Οι ομοιότητες και οι συγκυρίες, πάντως, δεν σταματάνε εκεί. Όπως ο Σαμαράς έδειξε για πρώτη φορά τόσο αδύναμος στη ΔΕΘ, έχοντας να αντιμετωπίσει πια και την εσωκομματική γκρίνια λόγω ΕΝΦΙΑ, έτσι είχε συμβεί και για τον προκάτοχό του στη Ν.Δ., τον Κώστα Καραμανλή. Η πτώση του Καραμανλή ξεκίνησε ουσιαστικά από τη ΔΕΘ το 2008, όταν έκανε μια εμφάνιση - ναυάγιο, απογοητεύοντας τα στελέχη του κόμματος με τη στήριξη προς Βουλγαράκη, Ρουσόπουλο και Παυλίδη. Κι εκεί άρχισε η μεγάλη… κατηφόρα μέχρι το εκλογικό Βατερλώ του 2009.
Η... ταφόπλακα
Μια και είναι της μόδας η Αμφίπολη, λοιπόν, ο ΕΝΦΙΑ πάει να γίνει η… ταφόπλακα της συγκυβέρνησης, ακριβώς όπως την πάτησε και η Θάτσερ. Η οποία δεν περίμενε ότι θα ξεσηκώσει τέτοιες αντιδράσεις όταν έπαιρνε τις αποφάσεις της. Κι όπως στην Ελλάδα του 2014, έτσι και στη Μ. Βρετανία του 1990 αυτό το χαράτσι δεν ήταν ό,τι χειρότερο περνούσε ο λαός. Είχαν προηγηθεί, άλλωστε, χρόνια ακραίας νεοφιλελεύθερης λιτότητας, ανεργίας, περικοπών και τραυματισμού του κοινωνικού ιστού σε όλα τα επίπεδα, και στις δυο χώρες. Το χαράτσι, όμως, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι!
Ας γυρίσουμε λίγο τον χρόνο πίσω λοιπόν. Το 1987 το συντηρητικό κόμμα της Θάτσερ πρότεινε έναν φόρο που θα κάλυπτε το κόστος της Τοπικής Αυτοδιοίκησης και θα αντικαθιστούσε ουσιαστικά τον φόρο ακίνητης περιουσίας. Τον τωρινό ΕΝΦΙΑ δηλαδή. Ο οποίος, όπως είπε και ο Σαμαράς στη ΔΕΘ, για εκεί προορίζεται. Για την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Το χαράτσι αυτό έμελλε να αποτελέσει την αρχή του τέλους της «Σιδηράς Κυρίας». Τον Μάιο του 1988, το βρετανικό Κοινοβούλιο πέρασε με ψήφους 317 υπέρ - 183 κατά το «επαναστατικό», όπως θεωρείτο τότε από τα ΜΜΕ, σχέδιο της Θάτσερ για επιβολή κεφαλικού φόρου σε κάθε ενήλικα Βρετανό.
Αυτή η πατέντα της Θάτσερ επρόκειτο να τεθεί σε γενική εφαρμογή μέσα στο 1990 και θα αντικαθιστούσε το υπάρχον σύστημα φορολόγησης της ακίνητης περιουσίας. Στο εξής, δηλαδή, θα φορολογούνταν όχι το κάθε ακίνητο, αλλά ο κάθε ενήλικας (!), άσχετα με το αν διέθετε ιδιοκτησία ή όχι.
Ήταν κάτι που, φυσικά, ξεσήκωσε όλο τον κόσμο, αφού πλήττονταν οι φτωχότεροι. Υπολογιζόταν, μάλιστα, ότι το χαράτσι θα έφτανε ακόμα και στις 600 λίρες ανά ενήλικα. Ο φόρος αυτός ήταν έτσι δομημένος που οι φτωχοί θα έπρεπε να πληρώνουν παραπάνω και οι πλούσιοι, αναλογικά, πολύ λιγότερο. Ο τότε ηγέτης των Εργατικών Νιλ Κίνοκ είχε σχολιάσει σε μια ιστορική ομιλία του στη Βουλή: «Σπάνια έχουν παρθεί ποτέ τόσο πολλά από τόσο πολλούς, με πρωτοβουλία τόσο λίγων και τόσο άδικα».
Θατσερική δικαιοσύνη
Η προσπάθεια κάποιων «επαναστατών» Συντηρητικών για συγκεκριμένη τροπολογία που θα συνέδεε την επιβάρυνση του κάθε πολίτη με την οικονομική του δυνατότητα απέτυχε να περάσει από τη Βουλή των Λόρδων, με τον λόρδο Τσέλγουντ να τονίζει ότι με την ισχύουσα νομοθεσία ένας εκατομμυριούχος θα πληρώσει τα μισά απ’ όσα ένα ζευγάρι συνταξιούχων.
Έναν χρόνο αργότερα, η κυβέρνηση Θάτσερ αποφασίζει να εφαρμόσει το… πείραμα του χαρατσιού αρχικά στη Σκωτία. Την 1.4.1989 τα πρώτα «ραβασάκια» καταφθάνουν στους Σκωτσέζους. Οι περισσότεροι λάμβαναν λογαριασμούς με μ.ο. τα 666 δολάρια, ποσό πληρωτέο σε 12 μηνιαίες δόσεις. Υποχρεωμένοι να καταβάλουν τον κεφαλικό φόρο ήταν όλοι ανεξαιρέτως οι Σκωτσέζοι άνω των 18 ετών, ενώ για όσους είχαν εξαιρετικά χαμηλό εισόδημα προβλεπόταν ένα ασήμαντο ποσοστό επιστροφής.
Το ποσό που θα πλήρωνε ο κάθε ενήλικος καθόριζαν οι τοπικές αρχές, ανάλογα με το κόστος σε κάθε περιφέρεια για υπηρεσίες όπως παιδεία, αποκομιδή σκουπιδιών, αστυνόμευση κ.λπ. Επισήμως, ο φόρος λεγόταν κοινοτικός και, σύμφωνα με τις διακηρύξεις της κυβέρνησης Θάτσερ, θα ήταν δικαιότερος απ’ ό,τι ένα σύστημα που θα βασιζόταν στις αξίες των ακινήτων.
Με το νέο σύστημα, ένα ζευγάρι Σκωτσέζων χωρίς ακίνητη περιουσία, που ζούσε σε σπίτι με ενοίκιο 272 λιρών τον μήνα, θα πλήρωνε τον ίδιο φόρο με αυτόν του γραμματέα του κράτους της Σκωτίας! Ενδεικτικά, ζευγάρι με ετήσιο εισόδημα 8.500 λίρες πλήρωνε με το παλιό φορολογικό σύστημα 850 λίρες τον χρόνο σε φόρο ακινήτων, ενώ με το νέο χαράτσι καλείτο να βγάλει από την τσέπη του 1.332 λίρες.
Για τους Σκωτσέζους, που ήδη είχαν νιώσει στο πετσί τους τις παρενέργειες της πολιτικής Θάτσερ, ο κεφαλικός φόρος έφτασε την κατάσταση στο «μη παρέκει». Σε δημοσκόπηση της εφημερίδας «Σκότσμαν» την άνοιξη του 1989, οι πολίτες φοβούνταν την επιβολή του χαρατσιού περισσότερο ακόμη και από την άνοδο της ανεργίας, που εκείνη την περίοδο είχε εκτιναχθεί. Η Σκωτία, μάλιστα, μεταξύ 1979 και 1981 είχε χάσει λόγω της πολιτικής Θάτσερ το 1/5 του εργατικού δυναμικού της.
Θεωρώντας ότι ο κεφαλικός φόρος ήταν άδικος αλλά και πως, σύμφωνα με τη συνθήκη ενοποίησης Αγγλίας - Σκωτίας του 1707, καμιά περιοχή του Ην. Βασιλείου δεν δύνατο να φορολογείται διαφορετικά από τις άλλες, πάμπολλοι Σκωτσέζοι έσκισαν τα ειδοποιητήρια αρνούμενοι να πληρώσουν τον φόρο. Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο ο νόμος προέβλεπε πρόσθετη επιβάρυνση 10% και, τελικά, κατάσχεση περιουσίας.
Σημειωτέον ότι η αντιθατσερική Σκωτία στις εκλογές του 1987 είχε δώσει στους Συντηρητικούς μόλις 10 έδρες από τις συνολικά 72 που κατείχε στο βρετανικό Κοινοβούλιο. Οι Σκωτσέζοι, λοιπόν, θεωρούσαν ότι με το χαράτσι η Θάτσερ τούς εκδικείται για τα χαμηλά ποσοστά της.
Αποσχιστικές τάσεις
Η απέχθεια, μάλιστα, για την κυβέρνηση Θάτσερ έδωσε το 1989 μια νέα πνοή στην τάση απόσχισης της Σκωτίας. Από τότε, δηλαδή, είναι που το θέμα το οποίο βρίσκεται σήμερα στην επικαιρότητα λόγω του δημοψηφίσματος απέκτησε μια πολιτική βαρύτητα και δυναμική. Κάτι που νωρίτερα δεν είχε. Ακόμα κι εκεί, λοιπόν, έβαλε το… χεράκι της η «Σιδηρά Κυρία».
Τον Μάρτιο του 1990 ο ντόρος για τον κεφαλικό φόρο που θα επιβαλλόταν σε λίγο και στην υπόλοιπη Βρετανία έκανε τους «NY Times» να γράψουν ότι «ακόμη και οι υποστηρικτές της Θάτσερ θα εύχονταν πια να μην είχαν ακούσει ποτέ γι’ αυτό το χαράτσι». Την Πρωταπριλιά του 1990 ο φόρος επιβαλλόταν επίσημα και στην υπόλοιπη Βρετανία, δηλαδή σε Αγγλία - Ουαλία. Στη λονδρέζικη περιφέρεια Χάκνι, οι τοπικές αρχές όρισαν το ποσό του χαρατσιού στις 499 λίρες (τότε 823 δολάρια) για κάθε άντρα και γυναίκα μεταξύ 18 και 65 ετών. Το ίδιο βράδυ, μετά τη λήξη του τοπικού συμβουλίου που αποφάσισε το ποσό, ένα πλήθος τουλάχιστον 2.000 ατόμων ενεπλάκη σε οδομαχίες με την αστυνομία. Αυτή, όμως, ήταν μόνο η αρχή διαδηλώσεων και επεισοδίων στους δρόμους του Λονδίνου.
Η μέχρι τότε πανίσχυρη Θάτσερ άρχισε να στριμώχνεται άγρια. Από τότε που ο κεφαλικός φόρος επιβλήθηκε στη Σκωτία, το κόμμα της εκεί έχασε ουσιαστικά κάθε εκλογική δύναμη. Πανεθνικά στη Βρετανία οι Συντηρητικοί έπεφταν στις δημοσκοπήσεις κατά 17% σε σχέση με τα ποσοστά των Εργατικών, ο πληθωρισμός ξεπερνούσε το 8%, τα επιτόκια στεγαστικών δανείων ήταν στο εξωφρενικό 15% και η δημοτικότητα της Θάτσερ σε ιστορικό χαμηλό.
Στις 10.3.1990 «Independent» και «Economist» ανέφεραν ότι μέλη του Υπουργικού Συμβουλίου της Θάτσερ, που πάντως δεν κατονομάζονταν, συζητούσαν μυστικά σχέδιο αντικατάστασής της με άλλο, πιο δημοφιλές, πρόσωπο.
Κατά μ.ο. σε ολόκληρη τη Βρετανία, το χαράτσι έφτασε να είναι κατά 30% υψηλότερο από τις προβλέψεις που έδινε αρχικά η κυβέρνηση, αφού οι Τοπικές Αυτοδιοικήσεις χρησιμοποιούσαν τον κεφαλικό φόρο για να κλείσουν κάθε τρύπα στα έσοδά τους. Από κάθε τσέπη Βρετανού έβγαιναν το λιγότερο 400 λίρες. Ο κόσμος ξεσηκωνόταν.
Μεσαιωνική τακτική
Η τελευταία φορά που μια βρετανική κυβέρνηση επέβαλε γενικό κεφαλικό φόρο στους πολίτες ήταν το 1381 μ.Χ., με συνέπεια ένα πλήθος να εισβάλει στον Πύργο του Λονδίνου, να κρατήσει ομήρους τους υπουργούς του βασιλιά και να αποκεφαλίσει δύο αξιωματούχους. Ήταν αναμενόμενο, λοιπόν, ο νέος κεφαλικός φόρος να προκαλέσει συνειρμούς φεουδαρχικού τύπου. Ώς τα τέλη Απριλίου 1990 είχε προκληθεί τόσο γενικευμένη οργή, που απειλούσε την πολιτική ζωή της Θάτσερ, αν όχι και τη σωματική της ασφάλεια.
Κάποιοι διέβλεπαν ήδη ότι αυτό ήταν το κύκνειο άσμα στη φιλοσοφία της περί δημοσιονομικής προσαρμογής, όπου ο στόχος της αποδοτικότητας υπερέβαινε ακόμη και τις αρχές του κράτους πρόνοιας.
Το ποσοστό των Βρετανών που κατείχαν κάποιο ακίνητο ήταν κάτω από 50%. Η Θάτσερ, αντί να αναλάβει το πολιτικό κόστος μιας επανεκτίμησης της ακίνητης περιουσίας των Βρετανών και των αντικειμενικών αξιών, επέλεξε μια ακραία αλλαγή στον τρόπο που οι Τοπικές Αυτοδιοικήσεις θα αύξαναν τα έσοδά τους. Ο φόρος ακίνητης περιουσίας, που χονδρικά απέφερε το 1/5 των συνολικών εσόδων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, αντικαταστάθηκε από έναν κεφαλικό φόρο, το ύψος του οποίου θα καθοριζόταν από την Τοπική Αυτοδιοίκηση.
Οι πιο ζημιωμένες από τον κεφαλικό φόρο ήταν οι χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος οικογένειες που δεν διέθεταν ιδιόκτητη κατοικία ή είχαν πάνω από έναν ενήλικο στο σπίτι. Οι μεγάλοι κερδισμένοι ήταν φυσικά όσοι διέθεταν σημαντική ακίνητη περιουσία. Ο φόρος τους έγινε μεμιάς πολύ μικρότερος.
Σύμφωνα με την… κοσμοθεωρία των Συντηρητικών, οι «τοπικοί» φόροι δεν ήταν τίποτε άλλο παρά «τέλη χρήσης» συγκεκριμένων υπηρεσιών και αγαθών. Έτσι, το ποσό που θα πλήρωνε ο κάθε πολίτης έπρεπε να είναι ανάλογο με τα παρεχόμενα οφέλη και όχι ανάλογο ή σχετιζόμενο με τη φοροδοτική του ικανότητα. Αυτό, όμως, σήμαινε ότι η αλλαγή από τον φόρο ακίνητης περιουσίας σε έναν κεφαλικό φόρο θα μείωνε αυτόματα τους φόρους για τους πλούσιους σε βάρος της μεσαίας τάξης.
Ο βρετανικός λαός αντέδρασε αμέσως απέναντι στην αδικία δημιουργώντας ένα τεράστιο και μαζικό κίνημα «Δεν Πληρώνω», καλώντας τον κόσμο σε διαδήλωση στο Λονδίνο στις 31.3.1990. Τουλάχιστον 250.000 άνθρωποι συγκεντρώθηκαν στο Κένιγκτον Παρκ. Μετά το μεσημέρι, η προσέλευση του κόσμου ήταν τόσο μεγάλη, που είχαν ξεπεράσει τη χωρητικότητα της πλατείας Τραφάλγκαρ. Αξίζει να αναφερθεί ότι, συνολικά, 18-20 εκατομμύρια Βρετανών, περίπου το 1/3 του πληθυσμού, αρνήθηκε να πληρώσει το περιβόητο χαράτσι, το λεγόμενο «poll tax».
Η αστυνομία, φοβούμενη ότι το πλήθος ίσως κατευθυνόταν προς την Ντάουνινγκ Στριτ, όπου βρίσκεται η πρωθυπουργική κατοικία, μπλόκαρε τις εισόδους και εξόδους της μεγάλης πορείας. Σύντομα άρχισαν ταραχές και βίαια επεισόδια, ενώ ώς το βράδυ φωτιές, συμπλοκές και καταστροφές ξέσπασαν στις ακριβότερες περιοχές του Λονδίνου. Αυτοκίνητα και καταστήματα καταστράφηκαν ή παραδόθηκαν στις φλόγες, τουλάχιστον 113 άνθρωποι τραυματίστηκαν και 339 συνελήφθησαν.
Η μεγάλη αυτή πορεία στο Λονδίνο, σε συνδυασμό με τη μαζικότητα του κινήματος «Δεν Πληρώνω», συντέλεσε στην αποκαθήλωση της Θάτσερ, η οποία υποχρεώθηκε σε παραίτηση από το πρωθυπουργικό αξίωμα τον Νοέμβριο του 1990, 11 χρόνια μετά την ανάληψη των καθηκόντων της. Ο Τζον Μέιτζορ που τη διαδέχθηκε, ανακοίνωσε αμέσως την κατάργηση του κεφαλικού φόρου. Το 1992 αντικατέστησε το χαράτσι με έναν φόρο που υπολόγιζε τα επίπεδα φορολόγησης βάσει της αξίας της ακίνητης περιουσίας…
Πηγή : http://topontiki.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου