MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Στα δίχτυα των αγορών

Το χρέος είναι συνώνυμο με τη σκλαβιά, παρέχοντας αυτόματα την απόλυτη, μοναρχική εξουσία στο χρηματοπιστωτικό κτήνος – ενώ καταργεί τη δημοκρατία και την εθνική κυριαρχία μίας χώρας, όπως επίσης τις ατομικές ελευθερίες των ανθρώπων.

Ανάλυση 

Δεν είναι λίγοι αυτοί που διαπιστώνοντας το ιταλικό πραξικόπημα, αναρωτήθηκαν εάν κάτι τέτοιο είναι επιτρεπτό στις Δημοκρατίες. Προφανώς αδυνατούν να κατανοήσουν ότι, το χρέος είναι συνώνυμο με τη σκλαβιά – ειδικά όταν υπερβαίνει κάποιο συγκεκριμένο ύψος. Δυστυχώς δε, όσον αφορά την Ιταλία, δεν γνωρίζουν πως είναι υποχρεωμένη να ανακυκλώνει κάθε χρόνο περί τα 250 δις € – δηλαδή, να δανείζεται από τις αγορές ετήσια το ποσόν αυτό, απλά και μόνο για να πληρώνει τα προηγούμενα χρέη της. 

Όταν τώρα εγγράφει ελλείμματα στον προϋπολογισμό της, όπως το 2017 (2,3% ενός ΑΕΠ ύψους 1,75 τρις €), τότε πρέπει να δανείζεται επί πλέον περί τα 40 δις € για να τα καλύψει, αυξάνοντας το δημόσιο χρέος της ανάλογα. Εφόσον κλιμακώνονται βέβαια τα επιτόκια, το ποσόν μεγαλώνει – ενώ τίθενται σε κίνδυνο οι τράπεζες της, οι οποίες κατέχουν ομόλογα του δημοσίου της που κατά κάποιον τρόπο υποτιμούνται.

Στο γράφημα (όλα μεγεθύνονται πατώντας επάνω), φαίνεται ποιές τράπεζες κατέχουν πόσα ομόλογα, όπου προηγείται η UNICREDIT (UCG) και ακολουθεί η INTESA (ISP) – ενώ από τις ξένες οι γαλλικές BNP και CREDIT AGRICOLE (ACA), οι ισπανικές SABADELL, BBVA, SANTANDER και η γερμανική COMMERZBANK (CBK) 

Ως εκ τούτου είναι λογικό, κάτω από τις παραπάνω προϋποθέσεις, να έχει απόλυτη ανάγκη τις χρηματαγορές – οι οποίες τότε είναι σε θέση να την εκβιάζουν, έτσι ώστε να εκλέγονται εκείνοι που κατά τη δική τους άποψη (των αγορών), μπορούν και θέλουν να προστατεύσουν καλύτερα τα συμφέροντα τους, με την πολιτική που εφαρμόζουν. Εν προκειμένω το στέλεχος του ΔΝΤ, το οποίο είναι υπέρ της πολιτικής λιτότητας που το Ταμείο επιβάλλει σε όλες τις χώρες που εισβάλλει – αφενός μεν για να εξασφαλίσει την επιστροφή των δανείων του, καθώς επίσης των χρημάτων των ξένων επενδυτών, αφετέρου για να τους υφαρπάξουν οι εντολείς του ότι έχουν και δεν έχουν. 

Στα πλαίσια αυτά, είναι αφελείς οι κατηγορίες κατάργησης της Δημοκρατίας – οι οποίες προέρχονται από την πλειοψηφία των ανθρώπων που ενώ γνωρίζουν ακριβώς τι σημαίνει χρέος στην ιδιωτική τους ζωή (όπου για παράδειγμα η τράπεζα τους παίρνει το σπίτι εάν δεν μπορούν να πληρώσουν τις δόσεις ή επιβάλλει στις χρεωμένες εταιρείες αυτά που θέλει), θεωρούν πως για τα κράτη δεν ισχύει. Εν τούτοις, όπως το χρέος είναι συνώνυμο με τη σκλαβιά, με την απώλεια της ελευθερίας για τα άτομα, το ίδιο συμβαίνει με τα κράτη – τα οποία χάνουν την εθνική τους κυριαρχία και τη Δημοκρατία, όταν δεν είναι σε θέση να εξυπηρετούν βιώσιμα (=με επιτόκια χαμηλότερα από το ρυθμό ανάπτυξης) και χωρίς καμία δυσκολία δανειοδότησης τα χρέη τους. 

Στην περίπτωση βέβαια των κρατών υπάρχουν πολλά είδη χρέους, τα οποία δυσκολεύουν τους Πολίτες να τα κατανοήσουν. Μεταξύ άλλων τα παρακάτω: 

(α) Το δημόσιο εσωτερικό και εξωτερικό χρέος: Το μεν πρώτο οφείλεται από το κράτος σε εγχώριους δανειστές, όπως οι εθνικές τράπεζες, ενώ το δεύτερο σε ξένους. Εν προκειμένω, όσο μεγαλύτερα είναι τα ποσοστά του δημοσίου χρέους προς τους ξένους, τόσο πιο επιρρεπής στη χρεοκοπία είναι μία χώρα – αφού οι ξένοι είναι σε θέση να αποσύρουν τα κεφάλαια τους πολύ πιο γρήγορα, ενώ συνήθως συμπεριφέρονται αγελαία, όταν κάτι τους τρομοκρατήσει (όπως η πολιτική αστάθεια, ένα κραχ σε κάποια άλλη χώρα κλπ.).

Το εν λόγω ξένο δημόσιο χρέος της Ιταλίας κυμαίνεται διαχρονικά στο 50%, της Ιαπωνίας στο 10%, ενώ της Ελλάδας στο 85% (γράφημα, πράσινη στήλη, όπου με την μπλε φαίνονται οι ετήσιες ανάγκες ανακύκλωσης) – οπότε κατανοεί κανείς ποιά χώρα είναι πιο επικίνδυνη, οπότε πιο εύκολο να εκβιαστεί. Επίσης ποιοί Πολίτες εμπιστεύονται την πολιτική τους ηγεσία δανείζοντας το κράτος και ποιοί όχι – με την Ελλάδα να βρίσκεται στην πρώτη θέση. 

(β) Το συνολικό χρέος: Πρόκειται για το χρέος του δημοσίου τομέα, συν αυτό του ιδιωτικού τομέα – το οποίο επίσης διακρίνεται σε εσωτερικό και εξωτερικό, με τις παραπάνω ιδιαιτερότητες. Ειδικά όσον αφορά το εξωτερικό ιδιωτικό χρέος, αυξάνεται από τα ελλείμματα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών – ενώ μειώνεται από τα πλεονάσματα. Εν τούτοις, χώρες που έχουν μεγάλο τραπεζικό τομέα και ειδικά οι φορολογικοί παράδεισοι, όπως για παράδειγμα το Λουξεμβούργο και η Μ. Βρετανία ή η Ιρλανδία, εμφανίζουν πολύ υψηλό εξωτερικό χρέος (πηγή), το οποίο όμως δεν είναι αντιπροσωπευτικό – επειδή οι καταθέσεις των ξένων είναι απαιτήσεις τους απέναντι στις τράπεζες, χωρίς φυσικά να σημαίνει πως αποτελούν κανονικό χρέος του ιδιωτικού τομέα της χώρας. 

(γ) Το καθαρό χρέος: Είναι το χρέος που προκύπτει εάν αφαιρεθούν τα περιουσιακά στοιχεία του δημοσίου ή του ιδιωτικού τομέα, από τα χρέη τους. Πρόκειται όμως για ένα προβληματικό μέγεθος, αφού η αξία των περιουσιακών στοιχείων ποικίλει – με την έννοια πως οι τιμές τους μειώνονται σε εποχές κρίσης, λόγω της κακοδιαχείρισης κοκ. ή αυξάνονται με τις φούσκες.
Εν τούτοις πολλές φορές οι συγκρίσεις μεταξύ των χωρών, τόσο όσον αφορά το δημόσιο τομέα τους, όσο και τον ιδιωτικό είναι «άδικες» – όπως στο παράδειγμα της Γερμανίας με την Ιταλία, όπου η μεν πρώτη έχει ιδιωτικοποιήσει τα πάντα, ενώ η δεύτερη πολύ λιγότερα. Επίσης ο ιδιωτικός πλούτος των Ιταλών είναι πολύ μεγαλύτερος από αυτόν των Γερμανών – η ιδιοκατοίκηση των οποίων είναι από τις χαμηλότερες στην Ευρώπη. 

Εκτός αυτού, υπάρχουν χώρες με πολύ υψηλό ενυπόθηκο δανεισμό, σε συνδυασμό με φούσκες ακινήτων, όπως η Ελβετία, ο Καναδάς, η Σουηδία, η Αυστραλία κοκ. – όπου, με δεδομένα τα τραπεζικά προβλήματα όταν σπάζουν οι φούσκες, είναι πολύ πιο επικίνδυνες από κράτη όπως η Ελλάδα με χαμηλά ενυπόθηκα δάνεια (αν και η βαθιά, παρατεταμένη ύφεση στη χώρα μας έχει επιδεινώσει σημαντικά τις συνθήκες). Οι μελλοντικές υποχρεώσεις, όπως για παράδειγμα από το ασφαλιστικό-συνταξιοδοτικό σύστημα, διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο – όπως στις Η.Π.Α. που μαζί με το δημόσιο χρέος υπερβαίνουν τα 50 τρις $. 

(δ) Το δημόσιο χρέος ως προς το ΑΕΠ: Οι αγορές κρίνουν συνήθως την πιστοληπτική ικανότητα μίας χώρας συγκρίνοντας το δημόσιο χρέος με το ΑΕΠ της, όπως μία εταιρία τα χρέη της σε σχέση με το τζίρο της – επειδή έτσι διαπιστώνουν τη δυνατότητα της να εξυπηρετήσει το δανεισμό της. Ως εκ τούτου, όταν ο δείκτης αυτός είναι υψηλός, πόσο μάλλον όταν ο ρυθμός ανάπτυξης είναι χαμηλός, αυξάνουν τα επιτόκια τους – θεωρώντας τα ως την τιμή του ρίσκου που αναλαμβάνουν. Εν τούτοις, είναι σχεδόν εξίσου σημαντικό το απόλυτο ύψος των χρεών – αφού αυτό καθορίζει της ανάγκες ανακύκλωσης των παλαιών δανείων (ομολόγων) μίας χώρας, όπως στο παράδειγμα της Ιταλίας που χρειάζεται 250 δις € ετησίως. 

Στα πλαίσια αυτά, το κράτος που έχει τα περισσότερα χρέη στον πλανήτη, μοναδική περίπτωση στην ιστορία, είναι οι Η.Π.Α. – υπερβαίνοντας τα 20 τρις $. Ακολουθείται δε από την Ιαπωνία, την Κίνα, την Ιταλία, τη Γαλλία, τη Γερμανία κοκ. – ενώ εντός της Ευρωζώνης πρώτη είναι η Ιταλία με 2,314 τρις € σήμερα, δεύτερη η Γαλλία με 2,298 τρις €, τρίτη η Γερμανία με 2,088 τρις €, μετά η Ισπανία με 1,201 τρις € κοκ. (κατάλογος). Όπως λοιπόν καταλαβαίνει κανείς, άλλα ποσά χρειάζονται οι παραπάνω χώρες για να ανακυκλώνουν τα χρέη τους κάθε χρόνο και άλλα η Ελλάδα – ενώ είναι πολύ σημαντικός ο χρόνος αποπληρωμής τους (=εξυπηρέτηση τους με νέο δανεισμό, ανακύκλωση), ο οποίος όσο πιο μεγάλος είναι, τόσο πιο ασφαλείς θεωρούνται.

Το χρέος της Ελλάδας πάντως σήμερα, ύψους 343,74 δις € (γράφημα) έναντι ΑΕΠ 177,7 δις €, έχει φτάσει ήδη στο 193% του ΑΕΠ – σε ένα επίπεδο ρεκόρ, το οποίο υπερβαίνει μόνο η Ιαπωνία με 240,3% (πηγή). Φυσικά δε είναι εντελώς μη βιώσιμο, οπότε αποτελεί μεγάλη ανευθυνότητα η έξοδος στις αγορές, εάν δεν προηγηθεί η μείωση του – όπου, εάν δεν είναι ονομαστική διαγραφή αλλά απλή επιμήκυνση, απλά θα διαιωνίσει τη σκλαβιά του χρέους, τα αποτελέσματα της οποίας βιώνουμε τα τελευταία οκτώ χρόνια, ενώ δεν είδαμε ακόμη τίποτα. Ας μην ξεχνάμε πως οι αγορές έπαψαν να δανείζουν την πατρίδα μας με χρέος στο 127% του ΑΕΠ της – όταν είχε ελάχιστο κόκκινο ιδιωτικό, πολύ περισσότερα και ακριβότερα περιουσιακά στοιχεία, σχετικά υγιείς τράπεζες, ελάχιστη ανεργία κοκ. 

Επίλογος 

Ολοκληρώνοντας, υπάρχουν πολλοί άλλοι δείκτες σε σχέση με το χρέος, οι οποίοι όμως δεν αλλάζουν το αποτέλεσμα: το ότι δηλαδή είναι συνώνυμο με τη σκλαβιά και παρέχει αυτόματα την εξουσία στις αγορές, καταργώντας τη δημοκρατία και την εθνική κυριαρχία μίας χώρας ή τις ατομικές ελευθερίες των ανθρώπων. Όλα τα υπόλοιπα είναι κενά λόγια, ειδικά σε μία εποχή όπως η σημερινή, κατά την οποία οι πολιτικοί ευρίσκονται στην έμμισθη υπηρεσία των παντοδύναμων αγορών που κυβερνούν πλέον δικτατορικά τον πλανήτη – αλλού περισσότερο και αλλού λιγότερο. 

Με δεδομένο δε το ότι, το πανάκριβο τίμημα της απελευθέρωσης δεν είναι πρόθυμοι να το πληρώσουν οι Πολίτες, όπως θα διαπιστωθεί από την Ιταλία που τρομοκρατήθηκε από τις μαζικές επιθέσεις των αγορών (οι οποίες, όντας πληροφορημένες και έχοντας τοποθετηθεί προηγουμένως στην πτώση των «αξιόγραφων» των θυμάτων τους, κερδίζουν επί πλέον τεράστια ποσά, το τερπνό μετά του ωφελίμου όπως θα λέγαμε), η κατάσταση δεν πρόκειται να αλλάξει – ενώ αυτός που θα ωφεληθεί θα είναι πιθανότατα η Γερμανία η οποία, αντιπαθώντας όσο τίποτα άλλο τη δουλεία, είναι η μοναδική που προσπαθεί να μειώσει τα χρέη της, αν και εις βάρος όλων μας. 

Γνωρίζοντας τώρα τους κινδύνους από τις αθετήσεις πληρωμών (χρεοκοπίες), προσπαθεί να ανταλλάξει τις απαιτήσεις της με ακίνητα, με οικόπεδα, με επιχειρήσεις κοκ. στις χώρες που της οφείλουν – υποχρεώνοντας τες σε ιδιωτικοποιήσεις όσον αφορά το δημόσιο και σε κατασχέσεις/πλειστηριασμούς τον ιδιωτικό τομέα. Οφείλουμε πάντως να σημειώσουμε εδώ πως η οικονομική σκλαβιά είναι πολύ χειρότερη από τη στρατιωτική – αφού ότι αγοράζεται σπάνια ανακτάται, ενώ ο αγοραστής μπορεί να το πουλήσει όπου θέλει, ακόμη και σε εχθρούς της χώρας.

Αθήνα, 31. Μαΐου 2018
 



Οικονομολόγος





Πηγή :  https://analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου