MOTD

Αλλαχού τα κόμματα γεννώνται διότι εκεί υπάρχουσι άνθρωποι διαφωνούντες και έκαστος άλλα θέλοντες. Εν Ελλάδι συμβαίνει ακριβώς το ανάπαλιν. Αιτία της γεννήσεως και της πάλης των κομμάτων είναι η θαυμαστή συμφωνία μεθ’ ης πάντες θέλουσι το αυτό πράγμα: να τρέφωνται δαπάνη του δημοσίου.

Εμμανουήλ Ροΐδης, 1836-1904, Έλληνας συγγραφέας

Σάββατο 17 Φεβρουαρίου 2018

Οι προτάσεις αλλαγής της Ευρωζώνης

Έχουμε δυστυχώς την εντύπωση ότι, η πρόθεση των ισχυρών κρατών και δη της Γερμανίας δεν είναι η βιώσιμη ολοκλήρωση της – αλλά η μετατροπή των υπολοίπων σε αποικίες τους, μέσω της εξαγοράς των περιουσιακών στοιχείων τους σε εξευτελιστικές τιμές όταν αντιμετωπίζουν νομοτελειακά προβλήματα, μεταξύ άλλων λόγω της ίδιας της δομής της νομισματικής ένωσης.

«Η δημιουργία του ευρώ υποτίθεται ότι ήταν ένα ακόμη θριαμβευτικό βήμα στο ευρωπαϊκό σχέδιο – στο οποίο η οικονομική ολοκλήρωση χρησιμοποιήθηκε για την προώθηση της πολιτικής ολοκλήρωσης και της ειρήνης. Ένα κοινό νόμισμα, όπως ένας κοινός τρόπος σκέψης, θα δέσμευε την ήπειρο ακόμη πιο πολύ, θα συνέδεε τα κράτη πιο στενά μεταξύ τους. 

Αυτό που τελικά συνέβη όμως είναι ένας εφιάλτης – αφού το ευρώ έχει μετατραπεί σε μία οικονομική παγίδα, ενώ η Ευρώπη σε μία φωλιά εχθρών. Φαίνεται δε να απειλούνται ακόμη και τα δημοκρατικά επιτεύγματα της ηπείρου – επειδή οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες δημιουργούν ένα ευνοϊκό περιβάλλον για τον πολιτικό εξτρεμισμό» (P. Krugman).

Ανάλυση

Ένα από τα μεγάλα προβλήματα που απασχολούν την Ευρωζώνη, ενώ θα έπρεπε να ενδιαφέρει ιδιαίτερα την Ελλάδα, είναι οι απαιτούμενες μεταρρυθμίσεις – οι οποίες έχουν ήδη καθυστερήσει πολύ, λόγω της μη ύπαρξης κυβέρνησης στη Γερμανία. Θεωρείται δε πως θα συζητηθούν στα πλαίσια της συνόδου κορυφής στις 22 και 23 Μαρτίου – ενώ μπορεί να φαίνεται πως δεν υπάρχει ανάγκη, επειδή η νομισματική ένωση αναπτύσσεται ξανά με σημαντικούς ρυθμούς, αλλά όλοι πιστεύουν ότι είναι αδύνατη η αντιμετώπιση μίας επόμενης παγκόσμιας κρίσης ή/και πως θα προκύψει μία ευρωπαϊκή, εάν δεν δρομολογηθούν οι συγκεκριμένες αλλαγές.

Στα πλαίσια αυτά μία ομάδα 14 Γερμανών και Γάλλων οικονομολόγων, έχουν ετοιμάσει ένα «πακέτο» προτάσεων (πηγή) – έτσι ώστε να διευκολυνθούν οι συζητήσεις, καθώς επίσης οι αποφάσεις που θα ληφθούν. Ουσιαστικά πρόκειται για ένα μείγμα επιμερισμού των κινδύνων και αποφυγής των ρίσκων – με τα κυριότερα μέρη του να είναι τα εξής:

(α) Ολοκλήρωση της τραπεζικής ένωσης: Εν προκειμένω, οι ισολογισμοί των τραπεζών θα πρέπει να «καθαριστούν» από τις επισφάλειες (ύψους άνω του 1 τρις €), ενώ οι αφερέγγυες τράπεζες οφείλουν να διακανονιστούν και να κλείσουν. Επί πλέον τα εποπτικά κριτήρια να είναι ίδια για όλες και τυποποιημένα, να υπάρξει μία κοινή ασφάλεια καταθέσεων, καθώς επίσης να δρομολογηθεί η δυνατότητα στήριξης τους από τον ESM – η παροχή δηλαδή εκ μέρους του δανείων, στην περίπτωση μεγάλων κρίσεων. Τέλος η προώθηση των διασυνοριακών τραπεζικών συγχωνεύσεων και η ενίσχυση των εσωτερικών διασώσεων (bail-in) από τους ιδιώτες πιστωτές τους, στην περίπτωση χρεοκοπίας τους.

(β) Ολοκλήρωση της κεφαλαιακής ένωσης: Η διευκόλυνση δηλαδή των επιχειρήσεων να βρίσκουν κεφάλαια από άλλα χρηματιστήρια, οι ασφαλείς επενδύσεις σε άλλες χώρες στους τομείς των υποδομών κοκ.

(γ) Η μεταρρύθμιση της μεταχείρισης των κρατικών ομολόγων στον τραπεζικό κλάδο: Εδώ πρόκειται για την υιοθέτηση νέων κανόνων, οι οποίοι θα δημιουργούν κίνητρα στις τράπεζες για να μην διατηρούν πια μεγάλες ποσότητες κρατικών ομολόγων επί μέρους κρατών στους ισολογισμούς τους.

Επί πλέον επιδιώκεται η προώθηση ασφαλών ευρωπαϊκών ομολόγων (European Safe Bonds, ESBies) – όπου πρόκειται για δομημένα πιστωτικά προϊόντα, αποτελούμενα από ένα χαρτοφυλάκιο ομολόγων διαφόρων χωρών της Ευρωζώνης (έτσι ώστε να έχουν εναλλακτικές δυνατότητες οι επενδυτές, χωρίς όμως να έχουν όλα τα κράτη από κοινού και εις ολόκληρο την ευθύνη, όπως με τα ευρωομόλογα). Για παράδειγμα, οι επενδυτές θα μπορούν να αγοράζουν ένα προϊόν που θα συμπεριλαμβάνει ομόλογα της Γερμανίας με επιτόκιο 0,71%, της Ιταλίας με 1,98% και της Ελλάδας με 4,28% – οπότε θα έχουν χαμηλότερο κίνδυνο λόγω της Γερμανίας και υψηλότερο επιτόκιο λόγω της Ελλάδας.

(δ) Η μεταρρύθμιση των δημοσιονομικών κανόνων: Προβλέπεται ένα ανώτατο όριο, όσον αφορά την έκδοση ομολόγων από τα κράτη, για τη χρηματοδότηση τους – όπου εάν κάποια χώρα το υπερβαίνει, τότε οι επόμενες εκδόσεις της θα αποτελούνται από «δευτερεύοντα» ομόλογα (=χαμηλότερης πιστοληπτικής αξιολόγησης, οπότε υψηλότερων επιτοκίων). Ενδεχομένως εδώ το 60% των χρεών μίας χώρας θα χρηματοδοτείται με ασφαλή ομόλογα και τα υπόλοιπα με υψηλού ρίσκου – ενώ τα εθνικά δημοσιονομικά συμβούλια θα βοηθούν στο σχεδιασμό και στην εκχώρηση των αρμοδιοτήτων, για να επιβλέπεται καλύτερα η διαδικασία.

(ε) Η απλοποίηση και η αυτοματοποίηση των αναδιαρθρώσεων κρατικών χρεών: Οι κανόνες ψηφοφορίας των πιστωτών θα γίνουν πιο απλοί, έτσι ώστε η αναδιάρθρωση, η χρεοκοπία δηλαδή, να μην είναι μία τόσο δύσκολη διαδικασία. Τα «δευτερεύοντα» ομόλογα θα επιμηκύνονται αυτόματα, όσον αφορά την πληρωμή τους, όταν λαμβάνεται δάνειο από τον ESM – όταν δηλαδή η χώρα δεν μπορεί να δανεισθεί από τις αγορές με βιώσιμα επιτόκια.

(στ) Αναμόρφωση του ESM: Ο ευρωπαϊκός μηχανισμός πρέπει να λειτουργεί ανεξάρτητα, χωρίς τη βοήθεια του ΔΝΤ – να υπογράφει προγράμματα στήριξης και να τα εφαρμόζει σε όλη την έκταση της Ευρωζώνης.

(ζ) Δημοσιονομική επάρκεια της νομισματικής ένωσης: Στην περίπτωση που αυξάνεται υπερβολικά η ανεργία σε μία χώρα, τότε οφείλει να λαμβάνει πληρωμές στήριξης από ένα ειδικό ευρωπαϊκό ταμείο αντασφάλισης. 

Περαιτέρω, σύμφωνα με αναλύσεις, εκτός του ότι οι οικονομολόγοι επικεντρώνονται κυρίως στον τραπεζικό τομέα (=η Ευρώπη των τραπεζών της), το πακέτο δεν δίνει επαρκείς απαντήσεις σε σημαντικά ζητήματα που αποτελούν προβλήματα, όσον αφορά τη δομή της Ευρωζώνης – κυριότερα από τα οποία είναι τα εξής:

Οι κύκλοι ανάπτυξης και ύφεσης

Το μεγαλύτερο πρόβλημα της νομισματικής ένωσης είναι το ότι, η δομή της προκαλεί ισχυρούς ανοδικούς και καθοδικούς κύκλους στα μέλη της – επειδή πρόκειται για εντελώς διαφορετικές οικονομίες, στις οποίες όμως εφαρμόζεται η ίδια νομισματική πολιτική που, ανάλογα με την εποχή, είναι είτε πολύ χαλαρή, είτε εξαιρετικά αυστηρή. Για παράδειγμα, εάν αναπτύσσεται με ισχυρούς ρυθμούς μία χώρα, τότε αυξάνεται ο πληθωρισμός. Εν τούτοις, το κοινό για όλες ονομαστικό επιτόκιο, έχει ως αποτέλεσμα να υπάρχει ένα χαμηλότερο πραγματικό επιτόκιο σε εκείνη τη χώρα που αναπτύσσεται.

Ως εκ τούτου, αντί να επιβραδύνεται η ανάπτυξη της για να μην ξεφύγει από το έλεγχο, επιταχύνεται – με αποτέλεσμα να δημιουργούνται φούσκες που τελικά την καταστρέφουν (όπως οι φούσκες ακινήτων στην Ιρλανδία και στην Ισπανία). Οφείλουμε να σημειώσουμε εδώ πως το πραγματικό επιτόκιο είναι ίσο με το ονομαστικό πλην τον πληθωρισμό ή συν τον αποπληθωρισμό – οπότε η Ελλάδα σήμερα, έχοντας βυθιστεί ξανά στον αποπληθωρισμό (-0,20) πληρώνει μεγαλύτερα επιτόκια από αυτά που φαίνονται, ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει το αντίθετο. 

Εάν τώρα σε μία χώρα της Ευρωζώνης η ανάπτυξη είναι αδύναμη, τότε μειώνεται ο πληθωρισμός – οπότε έχει ένα υψηλότερο πραγματικό επιτόκιο από τις άλλες (αφού το ονομαστικό είναι κοινό), με αποτέλεσμα να επιβραδύνεται ακόμη περισσότερο η οικονομία της. Σε τελική ανάλυση λοιπόν οι κύκλοι ανάπτυξης και ύφεσης (γράφημα) στις επί μέρους χώρες της νομισματικής ένωσης διαρκούν περισσότερο και είναι ισχυρότεροι – ενώ η ευρωπαϊκή κρίση οφειλόταν ακριβώς σε αυτό.

Στο παράδειγμα της Ισπανίας και της Ιρλανδίας, οι τιμές των ακινήτων είχαν αυξηθεί σε υπερβολικό βαθμό πριν από την κρίση – οπότε ο κλάδος των κατασκευών αναπτύχθηκε έντονα, καθώς επίσης οι μισθοί και η κατανάλωση, αφού η νομισματική πολιτική της ΕΚΤ ήταν προσαρμοσμένη στην αδύναμη τότε γερμανική οικονομία. Η μειωμένη ανεργία και οι υψηλοί μισθοί προσέλκυσαν μετανάστες στις δύο αυτές χώρες, με αποτέλεσμα να αυξηθεί ακόμη περισσότερο η ζήτηση για ακίνητα, οπότε οι τιμές τους – ενώ η ανταγωνιστικότητα της Ισπανίας και της Ιρλανδίας μειώθηκε, χωρίς να κάνει η ΕΚΤ απολύτως τίποτα. 

Έτσι, όταν η φάση της ανάπτυξης τελείωσε, οι τιμές των ακινήτων κατέρρευσαν – οπότε δημιουργήθηκαν προβλήματα στον τραπεζικό τους τομέα, τα δάνεια περιορίσθηκαν, η ανεργία αυξήθηκε, ενώ η κατανάλωση και τα φορολογικά έσοδα του δημοσίου μειώθηκαν κατακόρυφα. Την ίδια στιγμή η διάσωση των τραπεζών από τα κράτη προκάλεσε την άνοδο των δημοσίων χρεών σχεδόν κατά 400% – με αποτέλεσμα η τραπεζική κρίση να εξελιχθεί σε μία κρίση δημοσίου χρέους (γράφημα – η πτώση του δημοσίου χρέους της Ιρλανδίας μετά το 2013 είναι πλασματική, ένα βρώμικο στατιστικό παιχνίδι).

Στα πλαίσια αυτά, στις προτάσεις των οικονομολόγων θεωρείται πως το πρόβλημα θα επιλυθεί μέσω της τραπεζικής ολοκλήρωσης – με την έννοια πως μία καλύτερη επίβλεψη των τραπεζών δεν θα επιτρέπει να δημιουργούνται φούσκες. Επί πλέον με το να υπάρχουν αρκετά ευρωπαϊκά κεφάλαια για να αντιμετωπίζονται οι εθνικές τραπεζικές κρίσεις μέσω της αύξησης των κεφαλαίων τους – ή του διακανονισμού τους (χρεοκοπία).

Εν τούτοις, ποτέ στο παρελθόν δεν επετεύχθη μέσω της καλύτερης εποπτείας των τραπεζών να εμποδιστούν οι φούσκες στις αγορές ακινήτων – ενώ εάν είχαν κλείσει οι υπερχρεωμένες τράπεζες της Ισπανίας και της Ιταλίας, με τους νέους κανόνες της Ευρωζώνης, δεν θα αποφευγόταν η κρίση.

Μόνο στην Ισπανία τα έσοδα του δημοσίου μειώθηκαν κατά 70 δις € ετήσια ή 7% του ΑΕΠ της – ενώ οι δαπάνες της αυξήθηκαν από την κατακόρυφη άνοδο της ανεργίας. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην Ιρλανδία, οπότε ένα ταμείο αντασφάλισης δεν θα ήταν σε θέση να κάνει απολύτως τίποτα. Τέλος, ειδικά όσον αφορά την απώλεια της ανταγωνιστικότητας, λόγω των κύκλων ανάπτυξης και ύφεσης, είναι αδύνατη η ανάκτηση της με τη βοήθεια της εσωτερικής υποτίμησης όπως έχει ήδη αποδειχθεί – οπότε οι προτάσεις των οικονομολόγων δεν είναι αρκετές για να επιλύσουν το πρόβλημα.

Πιθανότατα λοιπόν γίνεται απλά μία προσπάθεια από τους Γερμανούς και τους Γάλλους να αποφευχθεί η δημοσιονομική ενοποίηση – χωρίς την οποία όμως δεν υπάρχει μέλλον για την Ευρωζώνη, όπως τεκμηριώνεται από τις άλλες νομισματικές ζώνες (Η.Π.Α., Γερμανία και Ελβετία).

Ορισμένοι βέβαια μπορεί να ισχυρισθούν πως η ολοκλήρωση των αγορών κεφαλαίων και οι ισχυρότερες διασυνοριακές δραστηριότητες των τραπεζών θα μπορούσαν να βοηθήσουν στον περιορισμό των δυσμενών συνεπειών των ανοδικών και καθοδικών κύκλων – επειδή οι τράπεζες και οι επενδυτές από άλλα κράτη-μέλη θα επενέβαιναν, στην περίπτωση που η κρίση μίας επί μέρους χώρας θα μείωνε τις εγχώριες επενδύσεις. 

Εν τούτοις, η εμπειρία έχει τεκμηριώσει πως οι διασυνοριακές ροές κεφαλαίων είναι εξαιρετικά κυκλικές – με την έννοια πως τα ξένα κεφάλαια εγκαταλείπουν αμέσως μία χώρα που βυθίζεται σε κρίση, όπως πρόσφατα την Ελλάδα. Επομένως πρόκειται μάλλον για ένα ευχολόγιο, παρά για την ψυχρή πραγματικότητα – σύμφωνα με την οποία χωρίς τη δημοσιονομική ένωση της Ευρωζώνης, τίποτα δεν πρόκειται να βοηθήσει.

Οι χρηματαγορές

Συνεχίζοντας οι οικονομολόγοι θεωρούν αυθαίρετα ότι, οι χρηματαγορές είναι κατάλληλες αφενός μεν για τη σταθεροποίηση των Οικονομιών, αφετέρου για την πειθαρχία των κυβερνήσεων – με αποτέλεσμα να προτείνουν τα «δευτερεύοντα» ομόλογα μειωμένης εξασφάλισης για τη χρηματοδότηση των υπερβολικών ελλειμμάτων ή δαπανών, πιστεύοντας πως οι χρηματαγορές θα τιμωρούν στοχευόμενα εκείνες τις χώρες, η χρηματοπιστωτική πολιτική των οποίων θα θέτει σε κίνδυνο τη φερεγγυότητα τους (ή θα επιβραβεύουν το αντίθετο). 

Ο ισχυρισμός τους στηρίζεται στην υπόθεση ότι, οι χρηματαγορές είναι αποτελεσματικές – οπότε οι υπερβολές και οι αποκλίσεις που τις χαρακτηρίζουν οφείλονται στις λανθασμένες παρεμβάσεις των ρυθμιστικών Αρχών και στις εσφαλμένες δομές των κινήτρων, παρά στην εγγενή τους αστάθεια. Εν τούτοις, η εμπειρία των τελευταίων δεκαετιών έχει τεκμηριώσει πως οι χρηματαγορές είναι εκ φύσεως ασταθείς, χαρακτηριζόμενες από μεγάλες υπερβολές προς τα πάνω ή προς τα κάτω, καθώς επίσης από συμπεριφορές αγέλης – οπότε το να τους αναθέτει κανείς το ρόλο της σταθεροποίησης των Οικονομιών και της πειθαρχίας των κυβερνήσεων είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. 

Άλλωστε είναι αποδεδειγμένο πως σε καλές εποχές συνήθως δανείζουν φθηνά χώρες με επισφαλή δημόσια οικονομικά – ενώ σε κακές εποχές δημιουργούν προβλήματα αναχρηματοδότησης ακόμη και στα απολύτως φερέγγυα κράτη. Για παράδειγμα, πριν από το ξέσπασμα της κρίσης η Ελλάδα δεν αντιμετώπιζε κανένα πρόβλημα χρηματοδότησης της με χαμηλά επιτόκια, παρά το ύψος των δημοσίων χρεών της – ενώ, αντίθετα, μετά την κρίση κράτη όπως η Γαλλία, τα οποία δεν μπορούσαν να θεωρηθούν ως αφερέγγυα, αντιμετώπισαν μεγάλες δυσκολίες στο δανεισμό τους με βιώσιμα επιτόκια, έως ότου στηρίχθηκαν από την ΕΚΤ.

Η αυτόματη αναδιάρθρωση 

Το θέμα αυτό αφορά ιδιαίτερα την Ελλάδα, η οποία θα ήταν ο πρώτος υποψήφιος μίας αναδιάρθρωσης των δημοσίων χρεών της – όπου προτείνεται ότι, σε περίπτωση αιτήματος βοήθειας από τον ESM, τα δευτερεύοντα ομόλογα θα επιμηκύνονται αυτόματα. Ο συγκεκριμένος αυτοματισμός όμως θα αποτελούσε κίνητρο κερδοσκοπίας – αφού μία αυτόματη επιμήκυνση θα χαρακτηριζόταν από τις εταιρείες αξιολόγησης ως χρεοκοπία (default). 

Επομένως οι αγορές, όταν θα προέβλεπαν πως κάποια χώρα θα ζητούσε τη βοήθεια του ESM, θα πουλούσαν μαζικά τα ομόλογα της εκτινάσσοντας τα επιτόκια δανεισμού της στα ύψη και στραγγαλίζοντας την Οικονομία της – οπότε η μέθοδος αυτή θα λειτουργούσε ως μία αυτοεκπληρούμενη προφητεία, επιταχύνοντας τη χρεοκοπία της. Ως εκ τούτου η πρόταση των οικονομολόγων είναι άκρως επικίνδυνη – ενώ ασφαλώς δεν βοηθάει καθόλου την αντιμετώπιση των προβλημάτων της Ευρωζώνης. 

Επίλογος

Ολοκληρώνοντας, έχουμε δυστυχώς την εντύπωση ότι, η πρόθεση των ισχυρών κρατών της Ευρωζώνης και δη της Γερμανίας δεν είναι η βιώσιμη ολοκλήρωση της – αλλά η μετατροπή των υπολοίπων σε αποικίες τους, μέσω της εξαγοράς των περιουσιακών στοιχείων τους σε εξευτελιστικές τιμές, όταν αντιμετωπίζουν νομοτελειακά προβλήματα, μεταξύ άλλων λόγω της ίδιας της δομής της νομισματικής ένωσης. 

Στα πλαίσια αυτά, όσο και αν είναι κανείς οπαδός της Ευρώπης, πιστεύοντας πως μόνο ενωμένες όλες οι χώρες της θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το διεθνή ανταγωνισμό και όλα τα υπόλοιπα προβλήματα της εποχής μας (ανεξέλεγκτη παγκοσμιοποίηση, μεταναστευτικές ροές κλπ.), ενώ αποτελεί εγγύηση για την ειρήνη στην ήπειρο μας, είναι δύσκολο να αποδεχθεί τη μετατροπή της χώρας του σε προτεκτοράτο – οπότε αναγκαστικά θα πρέπει να κάνει άλλες σκέψεις, οι οποίες να εξασφαλίζουν την εθνική του ανεξαρτησία.

Πηγή : https://analyst.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου